Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Ενδυμα, υπόδεσις,κόμμωσις και καλλωπισμός στο παλαιό Αγερσανί

 



π τν ργασα της συγχωριανς μας Φιλολγου Φιλππας  Βασ.Καραμπτση μ ττλο,
«Λαογραφικ
 Συλλογ κ το χωρου γιος ρσένιος
παρχα Νξου,νσος Νξος»
Χρ
νος συλλογς:Χριστογεννα 1968
Πανεπιστημιακ
 τος 1968-1969

 

Ἡ φορεσιὰ τοῦ ἀντροῦς (ἀνδρὸς) ἢτανε ἓνα πουκὰμισο ἂσπρο φαντὸ ἀπὸ μπαμπὰκι ποὺ τὸ ἒφτιαχναν οἱ ἲδιοι.Στὴν μπροστινὴ μεριὰ εἶχε πιετὰκια καὶ κουμπιὰ πὰνινα ἀπὸ τὸ ἲδιο πανὶ  ποὺ ἢτανε καὶ τὸ πουκὰμισο.Εἲχαμε καὶ μιὰ βρὰκα.Ἡ βρὰκα ἢτανε ἀπὸ 10 πὴχες φαντὸ μπλὲ.Τὸ φαὶνανε ἂσπρο καὶ τὸ βὰφανε μετὰ οἱ ἲδιοι.Τὸ ἰλὲκι(γιλὲκο) ἢτανε φαντὸ καὶ αὐτό και μπλέ χρῶμα μὲ μανὶκια μακρυὰ.Ὁ μπιρὶκος ἢτανε χωρὶς μανὶκια σταυρωτὸς με 16 κουμπιὰ πὰνινα,8 ἀπὸ τὴν μιὰ  μεριὰ καὶ 8 ἀπὸ τὴν ἂλλη.Καὶ αὐτὸς ἢτανε μπλὲ καὶ φαντὸς.Εἲχαμε καὶ μιὰ ζὼνη φαντὴ ,πρὰσινο χρῶμα ποὺ τὴν ἒδεναν σφιγκτὰ στὴν μέση.Τὸ φὲσι (κουκοὺλι) ἦταν ἀπὸ βελοὺδο μαῦρο,σουρωτὸ καὶ πὰνω πὰνω βὰζουνε ἓνα στρογγυλὸ βελοῦδο καὶ μαζεὺει τὴ σοὺρα. Οἱ κάλτσες ἢτανε ἀπὸ μπαμπὰκι ,μπλὲ χρῶμα μὲ σιριτὰκι κὸκκινο.κὶτρινο καὶ ἂσπρο.Τὰ παποὺτσια ἢτανε ἀρβὺλες μὲ μπρὸκες ἀπὸ κὰτω καὶ τὰ βὰφανε μὲ ἀξὶγκι (λῖπος τοῦ γουρουνιοῦ) γιὰ νὰ γυαλὶζουν.

Εμμανουήλ Γ.Μεντζουβής
(Ο προππάπος)
Αρχείο Βούλας Ανδ.Καραμανή



Ἡ φανὲλλα,ποὺ τὴν φοροῦσαν ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὸ πουκὰμισο,κατὰσαρκα ἦταν ἀπὸ προβατὶσιο μαλλὶ.Τὸ μαλλὶ αὐτό τὸ γνὲθουν μετὰ τὸ πλὲνουν καὶ τοῦ βὰζουν καὶ μορφιτὴρια (διὰφορες πλὲξεις) στὸ μπροστινὸ καὶ στὸ πὶσω μὲρος τῆς φανὲλλας κοντὰ στὸ λαιμὸ.Τὸ σὼβρακο ἦταν ἂσπρο φαντὸ ἀπὸ πολὺ πανὶ ὃπως καὶ ἡ βρὰκα καὶ ἦταν καὶ αὐτὸ τὸ ἲδιο σκὲδιο μὲ τὴν βρὰκα σουρωτὸ καὶ δενὸτανε στὴν μὲση μ΄ ἓνα κορδὸνι φαντὸ.Τὸ τζακὲττο τὸ φοροὺσαμε ὃταν ἢμαστε στὸ χωρὰφι.Ἦταν ἀπὸ  μαλλὶ προβὰτου μαῦρο χρῶμα φαντὸ καὶ αὐτὸ.Τὸ τζακὲττο τὸ φορούσαμε μες’ στὸ χωρὰφι ὃταν ἒκανε πολὺ χιονιὰ.Ὃταν δὲν ἢμαστε  μες’τὸ χωρὰφι φοροὺσαμε τὸν γαμπὰ ποὐ εἶχε καὶ κουκοὺλα.Καὶ αὐτὸς ἢτανε φαντὸς ἀπὸ μαλλὶ τοῦ προβὰτου καὶ σκοῦρο χρῶμα,καφετὴ καὶ μαῦρο.Τὸ καλοκαὶρι δὲν φοροὺσαμε τὸ φὲσι στὸ κεφὰλι ἀλλὰ ἀντὶς γι’ αὐτὸ φοροὺσαμε τὸ σκιὰδι (ψάθα) ποὺ εἶχε μεγὰλο γὺρο  γιὰ νὰ μᾶς κὰνη ἀγὲρα.Οἱ ἂντρες τὴν παλιὰν ἐποχὴ εἲχανε μεγὰλο μουστὰκι σὰν καὶ τὸ δικὸ μου,καὶ τὸ στρὶβανε μὲ τὰ χὲρια των γιὰ νὰ τὸ κὰνουν ὂμορφο.Τὰ μαλλιὰ των τὰ χτὲνιζαν μπροστὰ μὲ μιὰ χωρὶστρα στὴν μπὰντα (ἂκρη).Αὐτὴ ἦταν ἡ καθημερινὴ φορεσιὰ,ἀλλὰ καὶ ἡ σκολιανὴ ἦταν ἲδια μὸνο ποὺ ἢτανε πιὸ καινούργια.Ἡ γαμπριάτικια ἢτανε ἀπὸ τὴν ἲδια βρὰκα,ἀπὸ ἰλὲκι βελοὺδινο πὶσω κὸκκινο καὶ μπροστὰ μαῦρο.Ἡ ζὼνη ἢτανε πολὺχρωμη μεταξωτὴ.Τὸ φὲσι ἦταν κὸκκινο βελοῦδο με μαῦρο φοῦντο ἀπὸ μεταξωτὲς κλωστὲς.Τὰ παποὺτσια ἢτανε μαῦρα κοφτὰ καὶ ὂχι μὲχρι ἀπὰνω ὃπως οἱ ἀρβὺλες,μυτερὰ μὲ μπὸλικες τρύπες γιὰ σκὲδια.

Ὑπαγὸρευσεν Δημήτρης Κὰβουρας


Εμμανουήλ Κάβουρας(χωριανός)
Αρχείο Μαρίας Σκουλούδη



Αποστόλης και Ευγενία Καραμανή
Αρχείο Βούλας Ανδ.Καραμανή


Ἡ φορεσιὰ τῆς γυναίκας ἦταν μιὰ φανὲλα ὃπως τοῦ ἀντροῦς ποὺ τὴν φοροῦσαν κατὰσαρκα,ἓνα βρακὶ φαντὸ καὶ αὐτὸ μὲχρι τὰ γὸνατα.Στὸ κὰτω μὲρος τοῦ γονὰτου εἲχανε δὺο ρὰμματα (κορδὸνια) ἀπὸ μπαμπὰκι καὶ τἂδεναν στὰ γὸνατα. Πὰνω ἀπὸ αὐτὸ τὸ βρακὶ φὸραγαν ἓνα ἂσπρο φαντὸ ἀπὸ μπαμπὰκι φουστὰνι (φοῦστα) καὶ πὰνω ἀπὸ αὐτὸ φοροῦσαν ἓνα ἂλλο μπλὲ φαντὸ μὲ πολὺ σούρα.Στὸ πάνω μὲρος τοῦ σωμὰτου φορὰγανε μπιρῖκο ἂσπρο καὶ σὰκκο πρὰσινο χερὶσιο (μὲ τὸ χὲρι φτιαγμὲνο).Στὸ κεφὰλι φοροῦσαν μιὰ μαντὴλα κὶτρινη μὲ μαῦρο κλαδὰκι καὶ ἃμα ἢτανε πὲνθιμες (εἶχαν πὲνθος οἱ γυναῖκες) φοροῦσαν καφὲ μανὴλα μὲ μαῦρο κλαδὰκι.


                                                                     Μαρία Καπρή
                                                                      (προγιαγιά)
                                                                Αρχείο Ι.Μελισσουργός

                                                              

Οἱ κὰλτσες των ἦταν πλεκτὲς ἂσπρες  μπαμπακερὲς.Τὰ παποὺτσια των ἦταν μυτερὰ μαῦρα καὶ μὲ χαμηλό χοντρὸ ντακοὺνι.Γιὰ μορφιτὴρια τὰ παποὺτσια  εἲχανε  τρὺπες ἐδῶ καὶ κεῖ. Οἱ γυναῖκες τὴν παλαιὰν ἐποχὴ εἶχαν ὃλες των μακρυὰ μαλλιὰ πλεξοῦδες ποὺ τὶς μὰζευαν πὰνω στὸ κεφὰλι.Πὰνω ἀπὸ τὸ κεφὰλι φοροῦσαν ἓνα κουρλὶ καὶ ἃμα κρὺωναν φοροὺσαν μπὲρτες ποὺ τὶς ἒπλεκαν μὲ τὸ χὲρι ἀπὸ μαλλὶ προβατὶσιο.Ἒκαναν διὰφορες πλὲξεις στὶς μπὲρτες .Γιὰ τὸν στολισμὸ των οἱ γυναῖκες εἶχαν χρυσὰ σκουλαρὶκια ποὺ τὰ λὲανε «ἀνελὲτες».Ἦταν μακρυὰ σκαλιστὰ καὶ τρυπητὰ στ’ αὐτιὰ.Στὸ λαιμὸ κρεμοῦσαν ἀλυσὶδες καὶ πεντόληρα.

Ὑπαγὸρευσεν ἡ Κυριακή Κάβουρα,ἐτῶν 76-ἀγρὰμματος


Υ.Γ. Εὐχαριστώ γιὰ ἂλλη μὶα φορά την  Ἀγερσανιώτισσα Φιλόλογο Φιλίππα Β. Καραμπάτση, γιατί χωρίς αὐτήν, δεν θα μπορούσαμε νὰ ἒχουμε σήμερα αὐτές τὶς πολύτιμες πληροφορίες γιὰ τὴν ζωὴ στο χωριὸ μας.         



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου