Ἀπὸ τὴν ἐργασὶα της συγχωριανῆς μας Φιλολὸγου
Φιλὶππας Βας.Καραμπὰτση μὲ τὶτλο,
«Λαογραφικὴ
Συλλογὴ
ἑκ
τοῦ
χωρὶου
Ἃγιος
Ἀρσένιος
ἐπαρχὶα Νὰξου,νῆσος Νὰξος»
Χρὸνος
συλλογῆς:Χριστοὺγεννα
1968
Πανεπιστημιακὸ
ἒτος
1968-1969
Μὲρος:Κατοικὶα
Τὸ σπὶτι τὸ κτὶζαμε μὲ πὲτρες καὶ μὲ φυρὸϊ (χῶμα).Ὃταν ἀνοὶγαμε τὰ θεμὲλια σφὰζαμε ἓνα πετεινὸ και σὲ κὰθε γωνιὰ βὰζαμε αἷμα τοῦ πετεινοῦ καὶ ἓνα μπουκαλὰκι ἁγιασμὸ.
Τὸν
πετεινὸ
τὸν
μαγεὶρευε
ἡ
κερὰ
(οἰκοδὲσποινα)
και τρώγανε ὃλοι οἱ χτιστὰδες.Τὰ σπὶτια τὸτε ἦταν ἓνα δωμὰτιο μεγὰλο,στενὸ μπροστὰ καὶ πολύ μακρύ.Πὰνω ἀπὸ
τὴν
μπὸρτα
καὶ
τὰ
παραθὺρια
ἦταν
βὸρτα(καμὰρα).
Ἡ στὲη(στὲγη) ἦταν ἀπὸ ἀθὰνατα.Κὸβαμε τὶς ἀθανατιὲς καὶ καθαρὶζαμε τὰ ξὺλα καὶ τὰ βὰζαμε σὰν τρὰβες (δοκοὺς).Μετὰ καθαρὶζαμε καλὰμια καὶ τα μπλὲκαμε μὲ βοῦρλα.
Πὰνω ἀπὸ αὐτὰ βὰζαμε βούτιμο (πρασινὰδα)
καὶ
φὺκια
καὶ
ἀπὸ
πὰνω
χῶμα
σὰν
φυρὸϊ
ποὺ
νὰ
μὴν
τὸ
περνᾶ
ἡ
βροχὴ.
Ἡ
στὲη
μας λὲεται
δῶμα.
Ἡ πὸρτα ἢτανε μιὰ ἲσια σανὶδα μὲ δυὸ φὺλλα καὶ τὸ ἓνα ἢτανε κομμὲνο στὴ μὲση καὶ ἂνοιγε ἀπὸ πὰνω καὶ ἀπὸ κὰτω εἶχε μιὰ κλειδαριὰ μὲ μιὰ μεγὰλη κλεῖδα ποὺ τὴν δὲναμε στὴν μὲση ὃταν φεὺγαμε ἀπὸ τὸ σπὶτι.
Μὲσα στὸ σπὶτι στὴν μιὰ γωνιὰ ἢτανε τὸ τζὰκι.Γιά να το χτὶσουμε βὰζαμε ξὺλα καὶ ἀθὰνατα ἀπὸ κὰτω καὶ ἀπό πάνω βὰζαμε πλὰκες ἀπὸ πὲτρες.Πὰνω ἀπὸ τὶς πλάκες βὰζαμε δὺο πυρομὰχους (πὲτρες) καὶ φτιὰχναμε τὴν καμινὰδα καὶ ἐκεῖ βὰζαμε τὸ χαρανὶ (καζὰνι) καὶ μαγειρεὺγαμε.
Εἲχαμε καὶ ἓνα ἀνεφανὸ (καπνοδὸχο) χτισμὲνο μὲ πὲτρες καὶ ἀπὸ ᾿κεῖ ἒφευγε ὁ καπνὸς.
Στὴν ἂλλη γωνιὰ ἢτανε τὸ κρεββὰτι.Κτιζὸτανε μὲ πὲτρες καὶ μὲσα ἢτανε κοὺφιο καὶ βὰζαμε τὸ γὲννημα (κριθὰρι) καὶ ἀπὸ πὰνω βὰζαμε καλὰμια πλεμὲνα ὃπως καὶ τὴν στὲη καὶ πὰνω ἀπὸ τὰ καλὰμια βὰζαμε το στρῶμα.Τὸ κρεββὰτι τὸνε λὲαμε ροὸ.
Σὲ μιὰ ἂλλη πλευρὰ τοῦ σπιτιοῦ βὰζαμε τὸν σοφᾶ (καναπὲ).Αὐτὸς ἢτανε ἀπὸ ξὺλο καὶ ἢτανε γυαλισμὲνο μὲ λοῦστρο.Εἶχε καὶ αὐτὸς στρῶμα καὶ μεγὰλες μαξιλάρες γὺρω στὰ πλὰγια καὶ στὴν πὶσω μεριὰ.
Τὰ στρὼματα καὶ οἱ μαξιλὰρες ἢτανε ἀπὸ φαντὸ ὓφασμα καὶ ἢτανε γεμὰτα ἀπὸ ἂχερα. Μες΄ στὸ σπὶτι εἲχαμε καὶ μιὰ κασὲλα (μπαοῦλο) στενομὰκρουλη καὶ ἓνα τραπὲζι στενομὰκρουλο.
Γὺρω – γὺρω ἀπὸ τὸ ροὸ ὃπου κοιμὸντουσαν οἱ γονιοὶ βὰζαμε κουρτὶνες γιὰ νὰ μὴν φαὶνονται στὰ παιδιὰ.Μὲσα στὸ σπίτι σὲ μιὰ μεριὰ κτίζαμε ἓνα κομμὰτι και βὰζαμε φρὺγανα καὶ ἀπὸ πὰνω τὶς λαῒνες (στάμνες) μὲ νερὸ γιὰ νὰ μὴ σποῦνε.
Κρεμοὺσαμε στὰ παραθὺρια στὸρια κεντητὰ (κουρτὶνες).
Στὸ ντουβὰρι εἲχαμε ἓνα ἀρμάρι καὶ βὰζαμε τὰ σκουτὲλια (πιὰτα) καὶ ἓνα ντουλὰπι μὲσα στὸ ντουβὰρι,κλειστὸ γιὰ νὰ βὰζουμε τὰ φαγητὰ γιὰ νὰ μὴν τὰ τρῶν τὰ ποντὶκια καὶ οἱ κατσοὺλες (γὰτες).
Τὰ κουτὰλια ἢτανε ξὺλινα καὶ ἀπὸ τὰ κὲρατα τοῦ βουδιοῦ. Τα πηρούνια ἢτανε ἀπὸ κὸκκαλο στὸ μισὸ μὲρος καὶ ἀπό σὶδερο στὸ ἂλλο μισὸ μὲρος.Ὃταν εἲμαστε στὸ χωρὰφι δὲν εἲχαμε αὐτὰ τὰ πηροὺνια ἀλλὰ φτιὰχναμε ἐκεὶνη τὴν ὣρα ἀπὸ καλὰμι,καλαμὲνια.Πλὲναμε καλὰ-καλὰ το καλὰμι,τὸ κὸβαμε κομμὰτια καὶ σὲ κὰθε κομμὰτι κὸβαμε μὲ τὸ πριὸνι (εἶδος μαχαιριοῦ) τὸ πὰνω μὲρος γιὰ νὰ μπὴγεται στὰ φαγητὰ.
Γιὰ νὰ σκεπαζοὺμαστε εἲχαμε ἀνὰπλια ποὺ ἢτανε ἀπὸ προβατὶσιο μαλλὶ φαμὲνα (ὑφαντὰ) καὶ ἦταν πολὺ ζεστὰ γι΄ αὐτό καὶ τὰ εἲχαμε γιὰ τὴν βαριὰ χειμωνιὰ.Πιό ἐλαφριὰ ἦταν τὰ χρὰμια,φαμὲνα καὶ αὐτὰ ἀπὸ προβατὶσιο μαλλί ἀλλά πολύ ψιλὰ (λεπτά) καὶ μὲ πολλὰ χρὼματα καιι σκὲδια.
Γιὰ τὸν στολισμὸ τοῦ κρεββατιοῦ εἲχαμε ἓνα γῦρο κεντητὸ ἀπὸ κὰποτο ἂσπρο μὲ γὺρω-γὺρω νταντὲλλες.Αὐτὸν τὸν γῦρο τὸν βὰζαμε γὺρω-γὺρω ἀπό τὸν ροὸ στὰ πλὰγια.Ἀπὸ πὰνω ἀπὸ τὸν ροὸ βὰζαμε ἓνα ὡραῖο χρὰμι καὶ πάνω στὸ προσκὲφαλο βὰζαμε δυὸ μεγὰλες μαξιλὰρες ἀπὸ ἂσπρο κὰποτο καὶ αὐτὲς μὲ νταντὲλες.
Γιὰ νὰ γεμὶζουμε τὶς μαξιλαροθῆκες βὰζαμε μπὸλικα ἂχερα.Ἀπὸ ἂσπρο κὰποτο μὲ νταντὲλες ἢτανε καὶ τὰ στὸρια ποὺ κρεμοὺσαμε στὰ παραθὺρια.Τὰ στὸρια τὰ περνοὺσαμε μὲσα σὲ καλὰμι ποὺ τὸ στηρὶζαμε πὰνω σὲ δυὸ γὰντζους ποὺ εἲχαμε καρφωμὲνους στὶς δυὸ μεριὲς τοῦ παραθυριοῦ. Ὃπως στρὼναμε τὸ ροὸ με γῦρο καὶ μὲ χρὰμι ἒτσι στρὼναμε καὶ τὸ σοφᾶ.Μόνο ποὺ γὺρω-γὺρω στὸ σοφᾶ στὸ πὰνω μέρος βὰζαμε μαξιλάρες μεγὰλες,ὃσες ἒπαιρνε ὁ σοφᾶς.Τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς ὃμως βάζαμε πὲντε μεγὰλες μαξιλὰρες,τρεῖς στὴν μεγὰλη πλευρὰ τὴν πὶσω,καὶ ἀπὸ μια στὶς δυὸ πλὰγιες. Ὃλες αὐτές τὶς μαξιλὰρες τὶς ντὺναμε μὲ ἂσπρο κὰποτο κεντητὸ μὲ τὴν ἴδια νταντὲλα ποὺ εἷχε ὁ γῦρος τοῦ σοφᾶ.
Τὰ ροῦχα μας καὶ τὰ σκεπὰσματὰ μας τὰ βὰζαμε μὲσα στὴν κασὲλα ποὺ ἦταν στενομὰκρουλη ἀπὸ ξὺλο καὶ γυαλισμὲνη μὲ λοῦστρο.
Μπροστὰ ἀπὸ το σπὶτι ἦταν ἡ αὐλή.Μὲσα στὴν αὐλὴ ἦταν τὸ κελλὰρι ποὺ βάζαμε τὸ βαρὲλι μὲ τὸ κρασὶ,τὶς μεθύρες (δοχεὶα πὴλινα) μὲ τον ἀρακὰ,τὰ φασὸλια καὶ μὲ ὃλα τὰ ἂλλα φαγὼσιμα.Δὶπλα στὸ κελλὰρι ἦταν καὶ ὁ φοῦρνος.
Ἦταν στρογγυλὸς ἀπὸ φυρὸϊ καὶ γλαστρὶ χτισμὲνο.Τοῦ βὰζαμε κουτσοῦρες (ρὶζες και κορομοὺς δὲνδρων) καὶ κλαδιὰ και πύρωνε καὶ ψὴναμε τὰ ψωμιὰ καὶ τὰ ψητὰ.Γιὰ νὰ ψὴσουμε στὸ φοῦρνο εἲχαμε καὶ μερικὰ ἐργαλεὶα.Ὁ πανιστὴς εἶναι ἓνα ξὺλο μακρὺ ποὺ στὴν κορυφὴ του βάζαμε πανιὰ καὶ μαζεὺγαμε τὶς φωτιὲς.Τὸ φουρνεὺτιο εἷναι ἓνα μακριὸ ξὺλο καὶ στὸ μπροστινὸ του μὲρος ἦταν στρογγυλὸ σὰν κεφὰλι καὶ πλατὺ και μὲ αὐτό φοὺρνιζαν τὸ ψωμὶ.Τὸ συντραλευτὴρι εἶναι ἓνα ἂλλο μακριὸ ξὺλο καὶ μ΄ αὐτὸ σκαλὶζουμε τὴ φωτιὰ γιὰ νὰ πυρώνῃ ὁ φοῦρνος.
Ἐκεῖ κοντὰ στὸν φοῦρνο,μὲσα στὴν αὐλὴ ἦταν ὁ μητᾶτος (ἀποθὴκη) ποὺ βὰζαμε μὲσα τὰ ἂχερα.Ἡ μὰντρα ἦταν δὶπλα στὸν μητᾶτο καὶ μαντρὶζαμε ἐκεῖ τὰ ζᾶ.Μες΄ στὴν μὰντρα ἦταν ὁ ὀρνιθὼνας.Βὰζαμε δυὸ ἀθάνατα μὲσα στὴν μὰντρα ,τὰ κρεμοὺσαμε καὶ ἐκεῖ πάνω κειτὰζανε (ἒκειντο) οἱ ὄρνιθες.Γιὰ τό χοῖρο εἲχαμε τὸ κουμὰσι.
Αὐτὸ ἦταν μὲσα στὴν κουφὰλα κὰτω ἀπὸ τὸν φοὺρνο.Μὲσα ᾿κεῖ σὲ ἐκεὶνο τὸ κουμὰσι ἢταν ἡ μὰντρα τοῦ χοίρου.
Ὑπαγὸρευσε
Ὁ Δημὴτρης Κὰβουρας
ἐτῶν 80
ἀγρὰμματος
Σημ.:1.Η κατοικία στο χωριό ήταν γενικά έτσι όπως περιγράφεται από τον συγχωρεμένο Δημήτρη Κάβουρα. Είχα επισκεφθεί όμως τότε σπίτια στο χωριό που είχαν αρκετές διαφοροποιήσεις από την παραπάνω περιγραφή επειδή οι ιδιοκτήτες τους είχαν την δυνατότητα να έχουν ένα διαφορετικό σχεδιασμό της κατοικίας τους και των γύρω από αυτήν εγκαταστάσεών τηςς ,όπως και αρκετά σπίτια που οι κάτοικοί τους δεν είχαν την δυνατότητα να έχουν συγκεντρωμένη τη μάζωξή τους όπως περιγράφεται.Ετσι όμως ,όπως παραπάνω, ήταν μια τυπική κατοικιά στο Αγερσανί.
2. Το κείμενο δακτυλογραφήθηκε εξολοκλήρου από το ψηφιακό αντίγραφο.Διατηρήθηκαν ως είχαν η ορθογραφία και οι τονισμοί για να μην αφαιρέσουν την μαγεία της περιγραφής του Δ.Κ.,της συγγραφέως και της ανάγνωσης από τους αναγνώστες.Η μεταφορά και δακτυλογράφηση από το μονοτονικό που έχουμε σήμερα στο πολυτονικό με τις ιδιατερότητές του στο πληκτρολόγιο ενός υπολογιστή είναι μια επίπονη εργασία.
3. Οι φωτογραφίες προστέθηκαν, δεν υπήρχαν στο τετράδιο της Φιλίππας ,πως θα μπορούσε άλλωστε το 1968, και τις πρόσθεσα ως βοήθεια του αναγνώστη.
4.Ευχαριστώ τον Μανόλη Γ.Σέργη που το βιβλίο του "Λαογραφἰκά & Ἐθνογραφικά ἀπό το Γλινάδο Νάξου." που εξέδωσε ο Προοδευτικός Ομιλος Γλινάδου Νάξου το 1994 που αποτελεί πηγή πληροφοριών και για την ζωή στο Αγερσανί όπου ελάχιστα διαφέρει από αυτής του Γλινάδου.
Ι.Μελισσουργός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου