Τράφος
Πηγή: https://www.periergos.gr/erotiseis/ti-einai-o-trafos
Ο τράφος, καμιά φορά και η τράφος, είναι
μια λέξη του αγροτικού λεξιλογίου και έχει πάρει πολλές σημασίες. Η αρχική
σημασία είναι «το χαντάκι» και από εκεί καταλαβαίνουμε και την ετυμολογία της
λέξης, ότι προέρχεται από την τάφρο,
με μετάθεση.
Τον όρο τον συναντάμε στην ελληνική
λογοτεχνία. Στη μονομαχία του Διγενή με τον Χάροντα, «Όπου χυπάει ο Διγενής το
αίμα αυλάκι κάνει / και όπου χτυπάει ο Χάροντας το αίμα τράφο κάνει». Με την
ίδια σημασία στον Παλαμά: «Βαλτόνερα, θολά νερά και τράφοι / και πνιγμένη στ’
ακάθαρτα η καρδιά μου».
Κατ’
επέκταση, τράφος είναι το ανάχωμα κατά μήκος χαντακιού (τάφρου) που
δημιουργείται από το χώμα που έχει εκσκαφθεί. Και από εκεί στις Κυκλάδες και
στη Μάνη, τράφος είναι η κατακόρυφη πλευρά στη γη που καλλιεργείται με
αναβαθμίδες και, κατά άλλη μια επέκταση της σημασίας στις Κυκλάδες και στην
Κρήτη, τράφος είναι ο χαμηλός λιθόκτιστος τοίχος χωρίς κονίαμα, η ξερολιθιά.
Τράφοι όμως λέγονται και οι φυσικοί ανεμόγλυφοι σχηματισμοί της Σαντορίνης.
Στο Κακό
συναπάντημα του Κονδυλάκη, ο Σηφογιάννης τις γιορτές έκανε
μόνο λαφριές δουλειές, π.χ. «διόρθωνε κανένα τράφο που ΄χε χαλάσει». Και
στην Οδύσσεια του
Καζαντζάκη, ο ποταμός «ρίχνει τους λασπερούς που σήκωναν οι νοικοκύροι τράφους
για να χωρίσουν τα χωράφια τους».
Τράφο στο Αγερσανί
ονομάζουμε τον φράχτη που χωρίζει το
ένα χωράφι (κτήμα) από το άλλο ή και το χωράφι (κτήμα) από τον δρόμο
ανεξαρτήτως του είδους των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του.
Ο διαχωρισμός του ενός κτήματος από το άλλο ήταν απαραίτητος αποκλειστικά
για να διαχωρίζεται η ιδιοκτησία των Αγερσανιωτών μεταξύ τους με σκοπό την
προστασίας της ,είχε όμως και παράλληλη χρησιμότητα και στο να απαγορεύει την
πρόσβαση των ζώων από το ένα χωράφι στο άλλο και αυτό ήταν κάτι που ενδεχομένως
θα έβαζε σε κίνδυνο την παραγωγή του διπλανού χωραφιού ή π.χ. του διαχωρισμένου
τμήματος του κτήματος.
Σε μερικές περιπτώσεις ο πυκνός και γερός τράφος ήταν
επιβεβλημένος για να μην μπαίνουν σκέψεις επέκτασης της γης του γείτονα ή και
επειδή ήθελαν να προφυλάξουν τα ζα από το «κακό μάτι» του γείτονα.
Πολλές φορές οι Αγερσανιώτες χώριζαν με τράφο το ίδιο τους το χωράφι σε κομμάτια για να μπορούν να διαχειρίζονται διαφορετικές παραγωγές.
Δηλαδή στο ένα τμήμα θα έβαζαν κριθάρι, στο άλλο πατάτες ενώ
σε ένα τρίτο τοποθετούσαν τα ζώα τους παλουκωμένα ή μπαστουρωμένα για να μην
προσπελάσουν την παραγωγή στο άλλο κομμάτι και την καταστρέψουν.
Σε αρκετές περιπτώσεις χώριζαν
με τράφο και ένα μικρό τμήμα για να έχουν το ‘πρεβόλι’ (περιβόλι) με τα δένδρα
τους ή το αμπελάκι τους.
Ο τράφος επίσης έπαιζε και τον ρόλο της προστασίας της
καλλιέργειας από τους ισχυρούς αέρηδες του Αιγαίου που κατέστρεφαν τα φυτά είτε
σπάζοντας τον κορμό τους είτε ξηραίνοντάς τα.
Τα υλικά που χρησιμοποιούσαν για να στήσουν τον φράχτη στα
χρόνια μου ήταν φυσικά υλικά και το ύψος καθορίζονταν από το τι ήθελαν να προστατεύσουν.
Στα απάνεμα συνήθως χωράφια ως μέσο διαχωρισμού του χωραφιού σε
τμήματα χρησιμοποιούσαν τους ‘χαράκους’ .
Αυτά ήταν είτε κομμένα καλάμια είτε κλαδιά που τα έκοβαν στο
ύψος του ενός περίπου μέτρου και τα έθαβαν για στήριξη σε ένα χαντάκι και τα
μπόλιαζαν με άλλα καλάμια ή κλαδιά.
Γράφει ο Καθηγητής Λαογραφίας και συμπατριώτης μας Μανόλης Γ. Σέργης
στη σελ.196 του βιβλίου του «Λαογραφικά
και Εθνογραφικά από το Γλινάδο Νάξου» που εκδόθηκε το 1994 από τον Προοδευτικό
Όμιλο Γλινάδου Νάξου: «Τρεις ήταν οι
κυριότεροι τρόποι διαχωρισμού των αγρών και ακριβούς οριοθετήσεώς τους:
α. Ο κατασκευασμένος με κλαδιά ‘χαράκοι’ και ξύλα ‘τράφος’
β. ‘Ο κάλαμος’
γ. Στα άγονα καυκάρια ο πετρόχτιστος ‘τράφος’.
Δευτερεύοντες τρόποι (λόγω περιορισμένης χρήσεώς τους) ήταν
αυτοί που ως μέσο διαχωρισμού είχαν τις φυλλάδες (πικροδάφνες),τις σκινιές (σχίνα)
και τις ‘αρμυραθιές’.»
Στα πεδινά κυρίως χωράφια π.χ. του λιβαδιού, χρησιμοποιούσαν
για την κατασκευή του τράφου, καλάμια,και φυλάδες (πικροδάφνες), σχοινιές, λυγαριές
αθανατιές και φαραοσκιές (φραγκοσυκιές).
Τα καλάμια ήταν το κύριο είδος τράφου.
Τα καλάμια τα φύτευαν και στην αρχή τους τα πότιζαν για να
μεγαλώσουν.
Στη συνέχεια τα μπόλιαζαν για να δέσουν μεταξύ τους και να
αποτελέσουν ένα ψηλό και ενιαίο πυκνό σώμα που θα αντέξει στον καιρό και στις
επιθέσεις των ζουλοπροβάτων των γαδάρων και των μουλαριών που αναζητούσαν τροφή
οπουδήποτε.
Το λεγόμενο μπόλιασμα ήταν ένα μάτσο επίσης από καλάμια που το
έβαζαν οριζόντια στον καλαμιώνα μέσα και έξω και το έδεναν είτε με αυτοσχέδιο
δέσιμο λυγαριάς είτε με σύρμα.
Τα καλάμια μπορεί να ήταν πολύ χρηστικά επειδή όμως απλώνουν
ταχύτατα έπρεπε οπωσδήποτε μια φορά τον χρόνο να αφαιρέσουν αυτά που ξέφευγαν
από τον καλαμιώνα.
Υποχρεωτική φροντίδα ήθελαν επίσης οι σχοινιές και οι φυλάδες, πλην όμως
απαιτούσαν αραιότερο χρόνο κλαδέματος και λιγότερο κόπο.
Από τις αθανατιές έπαιρναν τον καρπό (αθάνατο) και αφού το
καθάριζαν το χρησιμοποιούσαν είτε για τις σκεπές των σπιτιών και των μητάτων
είτε ως τελάρο για να στηρίζουν τα κλαδιά για την αμπασιά.
Στα παραλιακά χωράφια χρησιμοποιούσαν μεταξύ των άλλων και ξυλαμυρτιές (αλμυρίκια),ενώ στα άγονα και ημιάγονα χωράφια, στα λεγόμενα καυκάρια όπως ήτανε π.χ.
αυτά της Σφαής και του Κατζιλιέρη χρησιμοποιούσαν
ξερολιθιές, αθάνατα, ξερολιθιές σχοινιές , βάτα (αγριοβατόμουριές)και φαραοσκιές
(φραγκοσυκιές) που τα αγκάθια τους ήταν αποτελεσματικό μέσο για να μην περάσουν
τα ζουλοπρόβατα στο δίπλα χωράφι ενώ στη Στελίδα και στον Πύργο μόνο ξερολιθιές
και φρύανα (φρύγανα).
Πάντως ήταν θαυμαστό το αποτέλεσμα του κτισίματος της
ξερολιθιάς .
Το γυροτράφιασμα του χωραφιού είχε αρκετό κόπο ανάλογο με τη
θέση του χωραφιού και τα υλικά που υπήρχαν τριγύρω. Το να φτιάξεις τράφο από
ξερολιθιά στον Πύργο της Στελίδας ήταν μια δύσκολη περίπτωση με πολύ κόπο λόγω
του επικλινούς πετρώδους εδάφους και των
αγκαθιών των φρύανων (φρύγανων).
Στα ψηλά σημεία του
Πύργου ο τράφος είχε αποκλειστική χρήση να μαντρώσει τα ζουλοπρόβατα στην
περιοχή του ιδιοκτήτη.
Το σημείο τοποθέτησης
του τράφου αλλά και η κατασκευή του αποτελούσαν σε μερικές περιπτώσεις
σημείο τριβής μεταξύ των γειτόνων επειδή είτε δεν αναγνώριζαν τα όρια της
ιδιοκτησίας τους είτε διαφωνούσαν στη συντήρηση επειδή κάποιος από τους δυο,
κατ’ ευφημισμόν, απέφευγε τον κόπο και την δαπάνη που μπορεί να προέκυπτε.
Για τους τράφους μπορεί να χρησιμοποιούσαν όλοι τα ίδια υλικά όμως κάποιοι τράφοι είχαν πολύ προσεγμένη και γερή κατασκευή γιατί ο ιδιοκτήτης του ήταν «μερακλής».
Αμπασιά
Αμπασιά (εμπασιά) ή ξυλόπορτα ονομάζουμε την πόρτα-είσοδο του
χωραφιού ή ενός διαχωρισμένου τμήματός του.
Ηταν αυτοσχέδια κατασκευή από ξερά κλαδιά, συνήθως σχοινιάς ή
αλυγαριάς, που ήταν δεμένα μεταξύ τους με κλαδιά λυγαριάς ή σύρματα και δεμένα στην αρχή και στο τέλος
τους σε δοκάρια αθάνατου ή ξύλου.
Η αμπασιά στηριζόταν πάνω σε ένα επίσης σταθερό δοκάρι ξύλου
που έμπηγαν στο χώμα. Για μεντεσέδες, έτσι ώστε να μπορεί να ανοιγοκλείνει,
χρησιμοποιούσαν πάλι κλαδιά λυγαριάς, σύρματα, αλλά και τσέρκια λαμαρίνας από
παλιά κρασοβάρελα ή άλλα που τους έδιναν οι σιδηρουργοί του χωριού.
Η αμπασιά εκτός από την κεντρική είσοδο του χωραφιού μπορούσε να αποτελούσε και την είσοδο π.χ, στο περιβόλι όπως στην φωτογραφία.
Το φάρδος της αμπασιάς ήταν διάφορο και είχε σχέση με τον
τρόπο διέλευσης. Η κεντρική είχε πλάτος
που θα χωρούσε να περάσει ένα φορτωμένο ζωο, ενώ του περιβολιού ένας
άνθρωπος με τα εργαλεία άντε και την τσιβέρα του (ξύλινο καρότσι με σιδερένια ρόδα) για την
μεταφορά κοπριάς ή και των προϊόντων του περιβολιού.
Γύρισα σχεδόν όλα τα χωράφια και ρώτησα όλους όσους ασκούν
αγροτικές εργασίες όπως επαγγελματίες τρακτεριτζήδες εάν έχουν δει να υπάρχει
ακόμη σε κάποιο χωράφι αμπασιά.
Δεν βρέθηκε τίποτα. Όλες οι αμπασιές (εμπασιές) έχουν διαλυθεί
από τα τρακτέρ και τα άλλα γεωργικά μηχανήματα .
Έτσι για να σας δώσω ένα παράδειγμα κατασκεύασα μια ψηφιακή αμπασιά.
Σήμερα πολλά είδη τράφου και αμπασιάς έχουν αντικατασταθεί με
άλλα υλικά όπως π.χ. σιδερένιους σκελετούς
και πλέγματα.
Φιλολογική επιμέλεια κειμένου:Μαρία Μελισσουργού(Φιλόλογος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου