Τῆς κουμπάρας - νύφης
-Ἡ μάνα
μου ἐβάλθηκε
θέλει νά μέ παντρέψη
Ὅλο τό
γκόσμο κάλεσε
τή γῆ τήν οἰκουμένη
τήν πρώτη μ΄ἀγαπητικιά
δέν εἶχε καλεσμένη
-σύρε μάννα καί πές τῆς το
κουμπάρα νά τή βάλω
Παίρνει τή ρόκα της καί πα' γιά νά τήνε καλέσει
-Ὥρα καλή
σου λυγερή
-Καλῶς τή μάννα πούχα
-Κόρη μ΄ὁ Γιῶργος σέ
ζητεῖ
κουμπάρα νά σέ βάλη
-Τό βράδυ νάρθει ἡ μάνα μου νά τσῆ τό κάνω λόγο
-Μάννα ὁ Γιῶργος μέ
ζητεῖ
κουμπάρα νά μέ βάλη
-Ἄν ἔχεις πόδια νά σταθεῖς
μάθια νά τόν κοιτάξης
Ἔχεις
καί χέρια λυγερά
Τά στέφανα νά ἀλλάξης
-Ἔχω
ποδάρια νά σταθῶ
μάθια νά τόν κοιτάξω
Ἔχω καί
χέρια λυγερά
τά στέφανα νά ἀλλάξω
Τρεῖς μέρες κάνει νά λουστῆ
καί τέσσερις ν΄ἀλλάξη
μόλις τή βλέπει ὁ
παπάς
πέφτει λιγοθυμάει
-Παπά μ’ ἄν εἶσαι
χριστιανός
κι ἄν εἶσαι
βαφτισμένος
παράσυρε τά στέφανα
καί βάλτα τσή κουμπάρας
-Καλῶς τήνε τήν γκόρη μου
τήν καλογνωστικιά μου
κουμπάρα μου τήν πήρανε
καί νύφη μου τή φέρνουν
Υπαγόρευσε η Αντωνία Μ.Ζώρου
Ετών 73
Ἀπό τήν ἐργασία τῆς
Φιλίππας Καραμπάτση τό 1968 μέ θέμα «Λαογραφική Συλλογή ἐκ τοῦ χωρίου Ἅγιος Ἀρσένιος
Ἐπαρχία Νάξου ποῦ ἔχει ἀναρτηθεῖ στήν
ψηφιακή Βιβλιοθήκη ΠΕΡΓΑΜΟΣ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου