Το να εξιστορήσει κανείς ένα γεγονός με την
περιγραφική μέθοδο είναι εύκολο και
ταυτόχρονα κατανοητό.
Το να μεταφέρεις όμως το κλίμα,την ατμόσφαιρα και
κυρίως την «μυρωδιά» αυτού του γεγονότος σε ανθρώπους άλλης εποχής είναι δύσκολο
και οι αποκριές δεν είναι περιγραφή περιόδου, είναι μυρωδιά.
Αποκριές….Εκείνα τα χρόνια..................
Στη Λαογραφική Συλλογή εκ του χωρίου Άγιος
Αρσένιος της συγχωριανής μας Φιλολόγου Καραμπάτση
Φιλίππας του Βασιλείου το 1968 που δημοσίευσε ο Ορεινός Αξώτης περιγράφονται τα
έθιμα των ημερών των αποκριών στο χωριό μας.
Στη δημοσίευση αυτή επιδιώκω να συμπληρώσω τις αποκριές στο χωριό με αυτά που δεν αναφέρονται στο κείμενο που δημοσιεύτηκε.
Τα έθιμα και οι θρησκευτικές γιορτές αποτελούσαν τα
παλιά χρόνια την μοναδική διέξοδο εκδήλωσης χαράς και κεφιού του αγροτικού Αγερσανιού όπως και συνολικά
της επαρχίας για το λόγο αυτό άλλωστε οι άνθρωποι για να περάσουν καλύτερα γίνονταν
και πιο δημιουργικοί και ταυτόχρονα εντονότεροι στο συναίσθημα βίωσης τους.
Μοσκάροι(μασκαράδες) στο χωριό ντυνόντουσαν από την αρχή του
Τριωδίου έως και το τέλος των αποκριών.
Μοσκάροι γινόντουσαν κυρίως τα αγόρια και οι άντρες
ενώ υπήρχαν και οι εξαιρέσεις από μερικά κορίτσια και μεγάλες γυναίκες που ήταν και πιο αστείες από τους άντρες.
Όσοι μασκαρεύονταν χρησιμοποιούσαν κάθε είδους ρουχισμό και εξοπλισμό που υπήρχε διαθέσιμος στο σπίτι, από τα ρούχα του παππού (βράκες,πουκάμισα, σοκάρδια ζωνάρτια,κάλτσες και φέσια),της γιαγιάς(φουστάνια,ποδιές,μαντήλια,κάλτσες),της μάνας και του πατέρα τα παλιά ή τα σκολιανά ρούχα,γαμπριάτικα,νυφικά ρούχα,γραβάτες και καπέλα του πατέρα δε και τα στρατιωτικά ρούχα .
Ανάλογα με τα ρούχα έπαιρναν τα χαρακτηριστικά του γέρου ,της γριάς,του γαμπρού,της νύφης, του
φαντάρου ή του ναύτη κλ.π. ενώ κάποιοι κατόρθωναν να εξοικονομήσουν ρούχα
διάφορων επαγγελμάτων όπως του παππά του
χωροφύλακα του γιατρού της νοσοκόμας κ.α.
Στη φωτογραφία η μητέρα μου, νύφη και η φίλη της Στέλλα,γαμπρός |
Στο κεφάλι φορούσαμε μουτσούνα (μάσκα) που κατασκευάζαμε εμείς
οι ίδιοι.
Χρησιμοποιούσαμε μουτσούνα από χαρτόνι. Το χαρτόνι αυτό ήταν σε μορφή καρτέλας και το βρίσκαμε στα μπακάλικα του χωριού και μας το έδιναν (σε εμένα ο Στάθης ή η Σοφία Ρεφενέ) αφού τελείωναν τα φακελάκια με τα μπαχαρικά (κανέλλα ή πιπέρι) που ήταν καρφιτσωμένα πάνω τους.
Άλλοι πάλι έφτιαχναν μουτσούνες από χαρτοσακούλες με αλευρόκολλα.
Το σχήμα της μουτσούνας ήταν κωνικό όπως φαίνεται στο σχήμα.Ανοίγαμε τις τρύπες και τη βάφαμε ο καθένας με το γούστο του χρησιμοποιώντας κάρβουνο ή ξυλομπογιές.Ενα λάστιχο ή σπάγκος για κράτημα στο κεφάλι και εντάξει.
Αυτοσχέδια μουτσούνα από χαρτόνι |
Γυρίζαμε τα σπίτια του χωριού και πειράζαμε τους νοικοκυραίους που μερικές φορές μας κερνούσαν ότι είχε ο καθένας. Τη μάσκα τη βγάζαμε μόνο στο σπίτι κάποιου μέλους της παρέας.
Ο μόσκαρος πολλές φορές πέραν από τα σύνεργα του
επαγγέλματος που υποδύονταν κρατούσε ή ένα ραβδί ή ένα ξύλο που στο πάνω μέρος
ήταν στερεωμένα τα οστά μιας
γαιδουροκεφαλής που όταν τράβαγες ένα εσωτερικό σπάγγο ανοιγόκλεινε το στόμα της. Αυτό
το σύνεργο το φοβόντουσαν συνήθως τα μικρά παιδιά του σπιτιού.
Ετσι λοιπόν δημιουργούνταν συνεργεία-ομάδες μασκαράδων είτε από την ίδια γειτονιά είτε συγγενών που ξεχύνονταν στα σπίτια του χωριού πειράζοντας με λόγια ή μιμήσεις τα μέλη της
οικογένειας.
Πολλές φορές τα πράγματα ξέφευγαν επειδή μερικοί μασκαράδες, παιδιά μεγάλης ηλικίας κυρίως χτυπούσαν «αστειευόμενοι» με το ξύλο που κράταγαν τους νοικοκυραίους με αποτέλεσμα να υπάρχουν παρεξηγήσεις και μαλώματα αν τους έπιναν μέσα στο σπίτι τους αφού βεβαίως τους ανάγκαζαν να βγάλουν τη μουτσούνα τους.Σε διαφορετική περίπτωση τους κυνήγαγαν και στο δρόμο.
Αφηγείται
ο Στέλιος Κυριάκου Δημητροκάλλης (ο Στέλιος
του Κυριάκαρου):
«Κοπελάκια
10 ή 11 χρονώ παέναμενε στα σπίτια μοσκάροι και πειράζαμε τον κόσμο μες το σπίτι με σκανταλιές.
Από
τσι σκανταλιές θυμάμαι ότι μια φορά ο
Σορώκος μας εβαλενε όταν θα φεύγαμενε από
το σπίτι του γερο Σακουλά αφού έβγομενε
όξω όλοι για να μη μας επιάσουνε να αφηκομενε την πόρτα ανοιχτή και ο
τελευταίος να πετάξει μέσα στο μαγκάλι μια κοκκινη πιπεριά, που μας εδωκενε, και να φύει γλήγορα.
Η
πιπεριά ήτανε καφτερή και μόλις την πεταξαμενε οι αθρώποι αρχίσανε τα
φτερνίσματα.
Η
κόρη ντου η Φλουρή μας ήπηρενε στο κυνήγι μέχρι το γιοφύρι»
Οι αποκριές κορυφώνονταν με τους κορδελάτους και τους μασκαράδες και τα γλέντια όπως περιγράφονται στην μελέτη της Φιλίππας.
Ολο το χωριό συγκεντρώνονταν τότε στο κάτω χωριό στο
δρόμο της εκκλησίας και στην πλατεία του καφενείου του Γιώργη του
Ρεφενέ(Μάρτσινα) όπου χόρευαν και πείραζαν ο ένας τον άλλο και πολύ αργότερα μέχρι
και σήμερα στο προαύλιο της εκκλησίας.
Το χωριό γλένταγε μέχρι αργά το βράδυ πίνοντας και
χορεύοντας με τη γλυκιά τσαμπούνα των ‘Εργηδων στην αρχή του μπάρμπα Γιώργη και
μέχρι πρόσφατα του Βασίλη του Πολυκανδριώτη.
Μερικές φορές οι αποκριές ήταν θέμα και οικογενειακής παράδοσης που συνεχίζεται (ευτυχώς) μέχρι σήμερα.
Η Ειρήνη Απ.Καραμανή(μπίρμπα) Την παράδοση συνεχίζει η κόρη της Δήμητρα που πρωταγωνιστεί και σε εκδηλώσεις των Αθηνών |
Βαγγέλης Απ.Καραμανής(μπίρμπας) |
Την παράδοση συνεχίζουν τα παιδιά του Αποστόλης και Μίνα που φαίνονται στη φωτογραφία |
Βασίλης Πολυκανδριώτης(έργης),σήμα κατατεθέν της αποκριάτικης διασκέδασης |
Λεβέντες εκπρόσωποι της δικής μου γενιάς |
Σημερινοί κορδελάτοι στο Αγερσανί |
Αναβίωση του δρώμενου της αρκούδας Αντώνης Δημητροκάλλης και Προκόπης Βελώνης (φωτ.Αρτεμις Χίου-Αναγνωστοπούλου) |
Παλιά την καθαρή Δευτέρα το χωριό συνέχιζε το νηστήσιμο γλέντι του στην
Αλυκή με τα θαλασσινά αχιβάδες γαρίδες καβούρια χαλβά ελιές ταραμά και κρασί και
αργότερα στο τυροκομειό.
Ο Γιώργης Καραμανής(κατσιμίδης)φιλοξενεί αγερσανιώτες στην καμάρα της αλυκής κάποια καθαρή Δευτέρα. |
Σήμερα οι περισσότεροι αγερσανιώτες που θέλουν να βγούν έξω από τα σπίτια τους για να διασκεδάσουν συγκεντρώνονται στα κέντρα διασκέδασης των παραλιών του χωριού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου