Οικισμοί
Δημοτικού Διαμερίσματος Αγίου Αρσενίου
Μαστοράκης
Γενικά
Σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση της
Νάξου ο Άγιος Αρσένιος αποτελεί έδρα ομώνυμου δημοτικού διαμερίσματος του Δήμου
Νάξου και Μικρών Κυκλάδων στον οποίο περιλαμβάνονται και οι οικισμοί:Αγία Αννα,
Άγιοι Πάντες,Άγιος Προκόπιος, Μάραγκας, Μαστοράκης και Στελίδα.
Ο Μαστοράκης και όχι το Μαστοράκι, είναι ένας παλαιός εποχιακός αγροτικός
οικισμός του Δημοτικού Διαμερίσματος του Αγίου Αρσενίου στη Νάξο.
Απέχει από
αυτόν περίπου 1,5 χλμ. και βρίσκεται στο δρόμο προς την παραλία της Αγίας
Άννας.
Κατά την απογραφή του 2001 είχε πραγματικό πληθυσμό 10 ατόμων (με μόνιμο
πληθυσμό 4 άτομα),κατά την απογραφή του 1991 είχε καταγραφεί με μηδενικό
πληθυσμό (δηλαδή δε βρέθηκαν κάτοικοι στις υπάρχουσες κατοικίες),ενώ κατά την
απογραφή του 2011 καταγράφηκαν 5 κάτοικοι.
Ιστορία
Δεν είναι γνωστό από που πήρε το όνομά του ο οικισμός ενώ από αφηγήσεις
απογόνων των κατοίκων του φαίνεται ότι ο
οικισμός κατοικήθηκε μετά το 1930 οπότε και κατασκευάστηκαν τα πρώτα κτίσματα(σπίτια,
κοτέτσια, αποθήκες, φούρνος).
Ο οικισμός αποτελούσε ανέκαθεν δευτερεύουσα κατοικία με κριτήριο τις γεωργικές
ανάγκες.Η πρωτεύουσα κατοικία των ανθρώπων εξακολουθούσε να ήταν στο χωριό.
Η μετακίνηση-άφιξη των κατοίκων από το χωριό προς τον οικισμό ξεκινούσε
κατά την ΄Ανοιξη,(τέλος Μαρτίου,αρχές Απριλίου) και η επιστροφή προς το χωριό αργά το Φθινόπωρο (μετά τα μέσα
του Οκτωβρίου) οπότε και τελείωναν και οι τελευταίες γεωργικές ασχολίες πριν το
χειμώνα.
Άνθρωποι-Ασχολίες
Οι κάτοικοι του οικισμού ήταν κατά κύριο επάγγελμα αγρότες που είχαν γύρω από τον οικισμό τα χωράφια τους.
Έτσι είχαν τη δυνατότητα να τα καλλιεργούν από κοντά και να φροντίζουν άμεσα την παραγωγή
τους και τα ζώα τους.
Το κριθάρι το σιτάρι τα όσπρια (φασόλια και ρεβίθια),το αμπέλι μα και τα ζώα ήταν η κύρια ασχολία τους.Στα ζώα συμπεριλαμβάνονται τα γουρούνια,οι κατσίκες,τα πρόβατα και τα
πουλερικά.
Το θέρισμα και στη συνέχεια το αλώνισμα απασχολούσαν αρκετό διάστημα τους ανθρώπους
του οικισμού καθώς μετέφεραν εκεί τα
σιτηρά αλλά και τα όσπρια από τα
υπόλοιπα χωράφια για να τα αλωνίσουν(αλωνέψουν) και να τα αποθηκεύσουν.
Στη συνέχεια ο τρύγος,το πάτημα των σταφυλιών,ο μούστος και η παραγωγή του κρασιού.
Αργότερα και μετά τα μέσα της δεκαετίας του
1950 προστέθηκε και η παραγωγή της πατάτας η οποία απαιτούσε πολύ μεγαλύτερο χρόνο ενασχόλησης,όπως το πότισμα της ανοιξιάτικης καλλιέργειας, το βγάλσιμο μες την τσάπα,το σώριασμα,το τσουβάλιασμα
και τέλος η μεταφορά στο σποροπαραγωγικό κέντρο της Αγίας ΄Αννας,στη συνέχεια δε φύτεμα της φθινοπωρινής
καλλιέργειας, αυλάκιασμα, ξεχορτάριασμα και πότισμα , ενώ πιο μετά άρχισε και η
αγελαδοτροφία.
Μια άλλη δραστηριότητα που υπήρξε στον οικισμό κατά τη δεκαετία του 1950 ήταν το τυροκομείο του Βασίλη Πολυκανδριώτη που στήθηκε στο μιτάτο του πενθερού του Γεώργιου Μεντζουβή όπου οι γύρω κτηνοτρόφοι έφερναν το γάλα τους για να το τυροκομήσουν παράγοντας
εκλεκτά ντόπια κεφαλοτύρια και μυζήθρα.
Ο οικισμός αποτελούσε μια μικρή κοινωνία που είχε όσα χρειάζονταν εκείνα τα
χρόνια για τη διαμονή της.
Τα σπίτια του οικισμού ήταν μικρά, πέτρινα με καλαμένιες και χωμάτινες σκεπές
και άλλα πρόχειρα υλικά που βρίσκονταν
στη φύση αλλά περιείχαν όλο το νοικοκυριό που απαιτούνταν εκείνα τα φτωχικά χρόνια μηδέ εξαιρουμένου του ξυλόφουρνου και της στέρνας για το πλύσιμο
των ρούχων
Οι άνθρωποι του οικισμού περνούσαν όμορφα μεταξύ τους και η αγαπημένη τους ώρα
άρχιζε από το απόγευμα μετά την επιστροφή τους στα χωράφια μέχρι αργά το βράδυ.Τότε
συγκεντρώνονταν όλοι μαζί καθισμένοι στο χώμα ή και στα βράχια έξω από τα σπίτια τους,μέσα σε
ατελείωτες ώρες συζητήσεων,αστεισμών και πειραγμάτων.
Οι οικογένειες που διέμεναν εκεί το περισσότερο διάστημα ήταν του Γεώργιου
Εμ.Μεντζουβή(Σορώκου) ,των Μιχάλη και Γιάννη Δημητροκάλλη(Λαινάδων), Τα αδέλφια
Καβουραίοι (της Παλαιάς),ο Δημήτρης Κάβουρας(Πούλιαρης), η οικογένεια του Ιάκωβου Μελισσουργού του Γ.(Γκεού)
και οι Δημητροκάλληδες (της Φέσσας) που όμως αυτούς δεν τους πρόλαβα.
Εκτός του κύριου οικιστικού όγκου υπήρχαν και άλλες σε μικρή απόσταση κατοικίες που υπάγονταν στον
ίδιο οικισμό.Αυτές ήταν του Γεώργιου Μεντζουβή του Νικολάου(Τατά) και του
Ιωάννη Κάβουρα(Ψηφίτη)
Ο οικισμός
έπαψε να αποτελεί οργανωμένη κοινωνία κατά τη δεκαετία του 1970.
Οι καλλιέργειες και η κτηνοτροφία απέκτησαν νέες
δυνατότητες μέσω του εκσυγχρονισμού των μεταφορών και των γεωργικών εργαλείων(π.χ.
τρακτέρ,αλωνιστικές) επιτρέποντας στους ίδιους αλλά και στους διαδόχους τους γεωργούς να
καλλιεργούν την παραγωγή τους μένοντας μόνιμα στο χωριό.
Διατηρήθηκαν περιστασιακά, ως κατοικίες και αργότερα, όσων ασχολούνταν με τη αγελαδοτροφία λόγω της εγκυμοσύνης των αγελάδων και της γέννας των μοσχαριών.
Τα
κτίρια παρουσιάζουν την εικόνα που φαίνεται στις φωτογραφίες ενώ τον οικισμό αποτελούν σήμερα μόνιμες και παραθεριστικές κατοικίες.
Συντάκτης: Μελισσουργός Ιάκωβος Γ.
e-mail:melissourgosj@gmail.com