Τα
νέα παιδιά του χωριού μας λίγα ή και καθόλου γνωρίζουν στοιχεία για τον συγχωριανό μας Ιωάννη
Μαργαρίτη(Μπαρμπούνη).
Και όμως
ο Ιωάννης όπως θέλει να τον αποκαλούν, εκτός από συνταξιούχος υπάλληλος της Δ.Ε.Η.
σήμερα, είναι και σπουδαίος καλλιτέχνης της φωτογραφίας με Πανελλήνια αναγνώριση.(ατομικές εκθέσεις μεγάλης επιτυχίας).
Φίλοι
και γνωστοί του ήταν μεγάλα ονόματα του καλλιτεχνικού χώρου όπως λ.χ. ο Ιάκωβος
Καμπανέλλης κ.α.
Ο
Ιωάννης απαθανάτισε την αγαπημένη του Νάξο. Διέσωσε με τον φακό του σπάνιες
εικόνες της ζωής του νησιού.
Εκτός
από τα τοπία αγαπημένο του αντικείμενο υπήρξαν τα πορτραίτα προσώπων.
Αγαπημένο
του φωτογραφικό χρώμα ήταν το ασπρόμαυρο ενώ κάθε φωτογραφία του αποτελεί καλλιτεχνική δημιουργία.
Η φωτογραφική
συλλογή που είχα ιδεί στο σπίτι του στο χωριό , πριν από αρκετά χρόνια, αποτελούνταν από
εκατοντάδες ασπρόμαυρες φωτογραφίες και πορτραίτα μικρών και μεγάλων διαστάσεων.
Δεν ξέρω τι θα απογίνει ή που θα διαθέσει ο Ιωάννης το σπάνιο αυτό υλικό.
Εκείνο που γνωρίζω όμως
με βεβαιότητα είναι ότι η Τοπική Κοινότητα Αγίου Αρσενίου και ο Δήμος πρέπει πάση
θυσία να το διασφαλίσουν και να το αποδώσουν στο κοινό γιατί εκεί ανήκει το
έργο του και όχι σε χέρια ιδιώτη ή ιδιωτικής συλλογής.
Το
έργο του Ιωάννη είναι υπόθεση του νησιού.
Στο 6ο τεύχος του περιοδικού Φλέα του Ομίλου Νάξου ΑΡΣός – Απεράθου που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2005 υπάρχει εκτενής αναφορά του ιστορικού B. J. Slot στο σπουδαίο έργο του συγχωριανού μας Ιωάννη Μαργαρίτη.
Μεταφέρω
αυτούσιο το κείμενο.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ, Το
χαµόγελο της Αριάδνης. Κείµενα: ∆. Βενιέρη, Ι. Καµπανέλλη, Ν. Κεφαλληνιάδη, Α. Λαµπράκη,
Ι. Μαργαρίτη, Χ. Μπαλτογιάννη, Χ. Ντούµα, B.J. Slot,
Ερµής, Αθήνα 2005.
«Για µένα, το έργο του Γιάννη Μαργαρίτη αντικατοπτρίζει τη Νάξο των δεκαετιών
του ’60 και του ’70 […] Η Νάξος του τότε, που
θυµάµαι, ήταν η χειµωνιάτικη Νάξος, µε
τις έντονες αντιθέσεις, χτυπηµένη από τον άνεµο, µε τους ανθρώπους της σηµαδεµένους από τη σκληρή δουλειά, και ένα
κλίµα µε πολύ περισσότερες αντιθέσεις και µεταβολές από αυτές που οι θερινοί
επισκέπτες θα µπορούσαν
ποτέ να δουν. Εκείνη την εποχή, η ζωή στη Νάξο δεν ήταν εύκολη, αλλά
ήταν ζωή. ‘Ηταν ακριβώς εκείνο το νησί και εκείνος ο τρόπος ζωής που µπορούσε
να απεικονιστεί τέλεια στις µεγάλου
µεγέθους ασπρόµαυρες
φωτογραφίες. ‘Όλα ήταν εκεί: ο τραχύς λίθος, η σκληρή ζωή στην ύπαιθρο,
οι σµιλεµένοι από τους ανέµους βράχοι, τα γκρεµισµένα κτήρια,
ακόµα στολισµένα µε τα µαρµάρινα διακοσµητικά στοιχεία των
περήφανων και πλούσιων ανθρώπων ενός µακρινού
παρελθόντος. Έτσι υπήρχε και η αντίθεση ανάµεσα
στο τραχύ λευκό ασβεστοκονίαµα και στο αδρό αστίλβωτο µάρµαρο, κατάλοιπα της αρχαιότητας. ‘Ηταν
ακόµα οι άνθρωποι της σκληρής
δουλειάς πάνω στη τραχιά γη στο Λιβάδι, τα τσακισµένα από τον καιρό ελαιόδεντρα. Ο Γιάννης κινήθηκε
προς όλες τις κατευθύνσεις,
ακόµα και στον µακρινό πύργο του Χειμάρρου,
πάνω σ’ ένα γαϊδουράκι, όταν δεν υπήρχε ακόµα δρόµος, και γύρισε όλο το
νησί.
Πειραµατιζόµενος πάντοτε, δοκίµασε τους πιο
αποτελεσµατικούς τρόπους εμφάνισης των
φωτογραφιών του, προκειµένου να αποδώσει την εικόνα που είχε στο νου
του. Το έργο του είναι τεκµήριο της Νάξου που χάνεται, αφού σήµερα το νησί είναι
λαβωµένο από λατοµεία, ενώ τα παλιά κτήρια γίνονται
όλο και πιο επιτηδευµένα από τις αναστηλώσεις και καλύπτονται από τις µοντέρνες
τσιµεντένιες κατασκευές. Θα ήταν, ωστόσο, λάθος να δει κανείς το έργο του
Γιάννη µόνο ως ιστορική µαρτυρία. […] Ωστόσο µε τις φωτογραφίες του µας έχει προσφέρει ένα µνηµειώδες έργο, που δεν έχει έως σήµερα
επαρκώς εκτιµηθεί», γράφει για τον Γιάννη Μαργαρίτη και το έργο του ο ιστορικός
B. J. Slot.
Δεν
διαθέτω φωτογραφίες του στο αρχείο μου εκτός από μερικές που τράβηξε για την
έκθεση του Μορφωτικού Συλλόγου Αγροτικής
Νεολαίας Αγερσανίου Νάξου» το 1974 της οποία είχε και την καλλιτεχνική ευθύνη.