Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018

Συνήθειες του Χορού στο Αγερσανί μιας άλλης εποχής




Το καλοκαίρι έφθασε και μαζί με αυτό τα πανηγύρια στα όμορφα ξωκλήσια του χωριού μας  με βιολιά και χορό μέχρι την αυγή.

Στη δημοσίευση αυτή προσπαθώ να περιγράψω τις συνήθειες του  χορού στα πανηγύρια και  στα βιολιά  στο χωριό μου το Αγερσανί έτσι όπως εγώ τα έζησα,από το  1963 έως και το 1980.

Οι συνήθειες του χορού εκείνη την περίοδο διαμορφώθηκαν από την κοινωνική κατάσταση του χωριού,τον τρόπο ζωής του και  την οικονομική δυνατότητα των αγερσανιωτών που εξαρτώνταν κυρίως από την πώληση της παραγωγής της πατάτας ή την πώληση κάποιου μεγάλου ζώου π.χ. αρσενικού βοοειδούς(ταύρου).
Παρόλα αυτά και χωρίς οικονομική άνεση, οι αγερσανιώτες  είχαν την διάθεση και έβρισκαν τρόπο να κάτσουν στα τραπέζια των πανηγυριών και να χορέψουν στα βιολιά.

Η περίοδος της πώλησης της πατάτας και η αναμονή ότι έχουν να λαμβάνουν ή η εξόφληση από την Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Νάξου ταυτίζονταν  με το καλοκαίρι  και τα πανηγύρια του τότε,που οι αγερσανιώτες μερακλήδες είχαν χρήματα για να τα διαθέσουν στο χορό και στη διασκέδαση στα καλοκαιρινά  πανηγύρια, σε αντίθεση με αυτά του  χειμώνα π.χ. πανηγύρι Αγίου Σπυρίδωνα, που η διάθεση και η δυνατότητα ήταν πιο υποτονικά.

Γνώρισα την φτωχική περίοδο περίοδο που στα πανηγύρια ο μεζές ήταν η παστή σαρδέλα που αρκούσε να την μυρίζουν για να πιουν το   κρασί τους και την εποχή που υπήρχε πληθώρα μεζέδων,άφθονο κρασί και κρύες μπύρες  στο αυτοσχέδιο ψυγείο που ήταν ένα βαρέλι με  πάγο,που τα «κεράσματα» στην ορχήστρα ήταν κέρματα (τάληρα) που στη  στη συνέχειά έγιναν  πενηντάρικα, κατοστάρικα μέχρι και χιλιάρικα.

Το πανηγύρι στήνονταν στο χωριό ή και στα χωράφια ανάλογα με τη θέση του ξωκλησιού.Οι πρόχειρες εγκαταστάσεις,οι τέντες και τα λούξ με τον λιγοστό φωτισμό,τα όργανα που δεν είχαν ηλεκτρονική υποστήριξη και οι  οργανοπαίχτες που τραγουδούσαν με όπλο την ένταση της φωνής τους σαν τον θείο μου λαουτιέρη Σταμάτη Καπρή,δεν αποτελούσαν εμπόδιο για ένα όμορφο πανηγύρι που ξεκινούσε το απόγευμα της παραμονής,διακόπτονταν την ώρα της λειτουργίας ανήμερα και συνεχίζονταν έως την αυγή της επόμενης  ημέρας.

Κομπανία (ζύα) μουσικών σε πανηγύρι στη Νάξο
(Αριστερά ο Αγερσανιώτης βιολάτορας Νίκος Κάβουρας,δίπλα ο Μανόλης Χατζόπουλος και 
δεξιά με το λαούτο ο Αντώνης Κονιτόπουλος).


Η επιλογή στο που θα κάτσει κάθε παρέα αγερσανιωτών είχε σχέση με το αν ήταν πελάτες του καταστήματος την υπόλοιπη περίοδο, αφού τα μαγαζιά  που έστηναν πανηγύρι ήταν τα περισσότερα και μπακάλικα ,αν ήταν συγγενής ή φίλος ο μαγαζάτορας ,τις περισσότερες φορές όμως είχε σχέση με τους οργανοπαίχτες που αποτελούσαν την μουσική κομπανία.  
  
Τότενες λοιπόν για να χορέψει κάποιος ή μια παρέα στα βιολιά,κ έπρεπε να ακολουθήσει τους άγραφους για την περίσταση  κανόνες.

Το να χορέψει λοιπόν μια παρέα στα βιολιά εκείνα τα χρόνια ,δεν ήταν εύκολη και απλή υπόθεση και αυτό επειδή οι περισσότεροι που διασκέδαζαν  στα τραπέζια που έστηνε κάθε κατάστημα ή τέντα, κάποια στιγμή διεκδικούσαν  το δικαίωμα να σηκωθούν για να χορέψουν.
Η στιγμή που θα χόρευε  μια παρέα στη διάρκεια της βραδιάς είχε να κάνει με τον χρόνο  που υπέβαλε το σχετικό αίτημα  της στην ορχήστρα.
Η ορχήστρα ήταν εκείνη που είχε αναλάβει  την ευθύνη να υποδέχεται τα αιτήματα των υποψήφιων χορευτών και να ειδοποιεί για την επόμενη παρέα που θα σηκώνονταν να χορέψει.
Το αίτημα υπέβαλε, ο ας πούμε "αρχηγός" του τραπεζιού ή κάποιο μέλος της παρέας , συνήθως δια νεύματος π.χ. με ανάταση του χεριού, προς τον οργανοπαίχτη ο οποίος είχε αναλάβει αυτό το καθήκον εκ μέρους της ορχήστρας.

Αγερσανιώτες χορεύουν σε τέντα 
Διακρίνονται στο κέντρο του χορού  ο Νικόλας Γαλανός και δεξιά ο Μιχάλης Καλογείτονας
Φωτογραφία Ευαγγελία Γαλανού


Ο οργανοπαίκτης αυτός  διέκοπτε έντεχνα και συνήθως ήταν ο βιολάτορας,τον χορό της παρέας που χόρευε και δια στόματος  φωνάζοντας "τώρα να σηκωθεί η παρέα του τάδε..." ή με νεύμα καλούσε την  επόμενη παρέα που είχε σειρά να σηκωθεί χορέψει.

Η διακοπή του χορού της παρέας που χόρευε είχε να κάνει στις περισσότερες περιπτώσεις με το ότι αυτή είχε αρκετή ώρα στο χορό  και έπρεπε να ικανοποιηθεί το σύνολο της  άγραφης λίστας.
Ο αρμόδιος οργανοπαίκτης πολλές φορές με το που  ξεκινούσε το χορό της μιας παρέα,ανακοίνωνε τη σειρά της επόμενης.

Όλα αυτά βέβαια σε συνθήκες ομαλότητας .Τότε όλα κυλούσαν όμορφα.
Οι παρέες διαδέχονταν η μια την άλλη στο χορό,τα νέα ζευγάρια (νιόπαντροι)χόρευαν εκφράζοντας μέσω του χορού τα συναισθήματα τους,οι κρυφά ερωτευμένοι νέοι και νέες προσπαθούσαν με ματιές να κάνουν γνωστό τον έρωτά τους χρησιμοποιώντας παραπλανητικά για  χορό αδελφούς,εξαδέλφους, εξαδέλφες και φίλους που καλούσαν την κοπέλα δήθεν τυχαία στο χορό για να βρεθούν οι ερωτευμένοι  στον ίδιο γύρο χορού ενώ  οι μεγαλύτεροι τιμούσαν τις συζύγους τους μέσα από ένα σεμνό συρτό ή μπάλο.

Τα κεράσματα στους χορευτές από τους γνωστούς συγγενείς και φίλους και τα κρυφά κεράσματα των ερωτευμένων που ανταπέδιδαν  με  μια κρυφή  ματιά έδιναν και έπαιρναν.

Τα μέλη του τραπεζιού που δεν χόρευαν αλλά και φίλοι ή συγγενείς από άλλα τραπέζια  κερνούσαν τους χορευτές καταβάλλοντας το αντίτιμο στο γκαρσόνι .Για τους  άνδρες και ανά γύρο  ο δίσκος που κράταγε το γκαρσόνι περιελάμβανε κρασί,ούζο ή μπύρα  και για τις  γυναίκες λουκούμια,καραμέλλες καρύδα και τσάρλεστον.
Ήταν τόσα τα κεράσματα που οι μεν άνδρες απέφευγαν να πίνουν από ένα σημείο και μετά υψώνοντας μόνο το ποτήρι  σε ένδειξη υγείας σε αυτόν που τους κέρναγε,οι δε  γυναίκες γέμιζαν τα μαντήλια των συγγενών με λουκούμια κλπ.

Πολλές φορές όμως η διασκέδαση έπαιρνε άλλη τροπή, από  λόγους που προέρχονταν είτε  από λάθος συνεννόηση για τη σειρά του χορού , είτε και από κάποια ματιά κοπέλας σε άλλη κατεύθυνση από εκείνη που περίμενε κάποιος άλλος να λάβει ή μέθη  με αποτέλεσμα να ξεσπούν καβγάδες και επεισόδια προσωρινά  ή και μόνιμα  σε σημείο να διαλύσει το πανηγύρι.

Η κατάσταση λοιπόν ξέφευγε είτε από σκόπιμη ή μη υπαιτιότητα της ορχήστρας είτε από υπαιτιότητα κάποιας παρέας.
1η περίπτωση από την πλευρά της ορχήστρας για να ξεκινήσει μια φασαρία.Η περίπτωση αυτή έχει να κάνει  με το οικονομικό μέρος και εδώ είναι απαραίτητο να πληροφορήσω τους αναγνώστες ότι όλοι οι οργανοπαίκτες ,που ήταν Ναξιώτες, γνώριζαν εκ των προτέρων ότι από το Αγερσανί θα έφευγαν με χαρτούρα.
Επίσης γνώριζαν πολύ καλά ποιοι χορευτές θα τους δώσουν πολλά χρήματα ήταν δηλαδή μερακλήδες και κουβαρντάδες στο χορό, ποιοι λίγα και ποιοι μια φορά(και πολύ τους ήταν όπως ομολογούσαν οι ίδιοι).
Έτσι φρόντιζαν να διακόπτουν ξαφνικά και φανερά δυσαρεστημένοι το χορό αν δεν λάμβαναν τα χρήματα που υπολόγιζαν κάτι που τις περισσότερες φορές γίνονταν αντιληπτό από αυτούς που χόρευαν,με αποτέλεσμα οι  δήθεν ή και πραγματικά προσβεβλημένοι, να αρνούνται να καθίσουν για να παραχωρήσουν τη θέση τους στην επόμενη παρέα.
Το αντίθετο συνέβαινε όταν χόρευε κάποιος ή μια παρέα που τακτικά τροφοδοτούσε την ορχήστρα με χρήματα.Ετσι η ορχήστρα με  σκοπό να εισπράξει περισσότερα χρήματα είτε παράκαμπτε τη σειρά του χορού για κάποια παρέα στην οποία ανήκε ο «εκλεκτός» της  είτε επιμήκυνε τη διάρκειά του.
Στην περίπτωση αυτή δεν είχε καμία σημασία πότε θα έφθανε η παρέα στο πανηγύρι  αλλά ούτε και πότε θα ήταν η σειρά της να χορέψει αρκεί σε κάθε δυο ή τρεις στροφές να πέταγε  χαρτούρα στην ορχήστρα.
Τότε δε συνέβαινε και το εξής αστείο.Μπορεί η παρέα να ήταν φειδωλή στην αμοιβή της ορχήστρας κατά την διάρκεια του χορού όταν όμως η ορχήστρα προσπαθούσε να διακόψει το χορό για τους επόμενους, τότε γίνονταν γαλαντόμα.Αυτό το ήξεραν και αρκετοί  οργανοπαίκτες και το χρησιμοποιούσαν ανάλογα.

2η περίπτωση από την πλευρά της ορχήστρας για να ξεκινήσει μια φασαρία ήταν το λάθος  για τη σειρά του χορού και αυτό προέρχονταν  από τον εντεταλμένο για το χορό οργανοπαίκτη  επειδή δεν θυμόταν τη σειρά ,δικαιολογημένα λόγω του πολύ κόσμου (των πολλών τραπεζιών) και της επιθυμίας όλων να σηκωθούν να χορέψουν.Οι ορχήστρες αργότερα υιοθέτησαν την καταγραφή της σειράς σε χαρτί.

3η περίπτωση από την πλευρά των χορευτών.
Αρκετοί πάλι  ήταν  οι λόγοι που μια παρέα ή παρέες   μπορούσαν  "να τινάξουν στον αέρα" ένα πανηγύρι.
Ο ένας λόγος είχε να κάνει με το ότι  η παρέα πίστευε  ότι είχε έρθει η σειρά της, και την είχαν παρακάμψει ,παρανοώντας είτε από υπερβολική κατανάλωση κρασιού η μπύρας είτε νεανικού εγωισμού και μαγκιάς. Ο δεύτερος   λόγος   επειδή αρνούνταν να τερματίσει το χορό της και να παραχωρήσει τη θέση του χορού στην επόμενη παρέα,ο τρίτος παρεξήγηση μεταξύ παρεών που ήταν από τα άλλα χωριά και τη χώρα και ο τέταρτος σχετικά με τα μάτια μιας κοπέλας ή την υποτιθέμενη ενόχληση της , είτε από κάποιον "ξενοχωρίτη"ή κάποιον νεαρό του χωριού που δεν ενέκριναν οι συγγενείς ή και ο μέχρι τότε άγνωστος και μη φανερός αντίζηλος.
Όλες οι παραπάνω περιπτώσεις είχαν το δικό τους  βαθμό επικινδυνότητας για να χαλάσει το πανηγύρι.
Όταν π.χ.   το πανηγύρι τινάζονταν στον αέρα για τα μάτια μιας κοπέλας τα πράγματα οδηγούνταν στα άκρα.
Παρέες νεαρών  του ίδιου χωριού   έρχονταν στα χέρια μεταξύ τους για το ποιος θα χορέψει την τάδε κοπέλα και αυτό γιατί και στις δυο παρέες υπήρχε και κάποιος που ενδιαφέρονταν για αυτήν.Για τον ίδιο λόγο και πιο άγρια ξεσπούσαν καβγάδες μεταξύ παρέας ή παρεών του χωριού με παρέα ή παρέες νεαρών από άλλα χωριά και τη χώρα.(εφαρμογή έχει το γνωστό το νησιώτικο τραγούδι...)
                                             Δεν πάω στην Αντίπαρο γιατί πετροβολούνε
                                            μου δώκανε μια πετρια που ακόμα τη θυμούμαι 

Καβγάς.
Ο καβγάς (επεισόδια) στην καλύτερη των περιπτώσεων ξεκίναγε και τελείωνε  με ανταλλαγή προσβλητικών εκφράσεων της μιας παρέας προς την άλλη και στη χειρότερη οι παρέες πιάνονταν στα χέρια και ακολουθούσε άγρια συμπλοκή κατά τη διάρκεια της οποίας εκτοξεύονταν καρέκλες,μπουκάλια,πιάτα και ποτήρια.
Η διάρκεια της συμπλοκής μπορεί να ήταν από λίγα λεπτά έως και ώρα.Μερικές φορές πάλι κάπως ηρεμούσαν τα πράγματα,το πανηγύρι εξελίσσονταν και ξανάρχιζε η φασαρία αργότερα με ίδιους ή άλλους πρωταγωνιστές.
Η ορχήστρα σταματούσε να παίζει και τα μέλη της παίρνοντας ανά χείρας τα όργανά τους  αποχωρούσαν από το «πεδίο της μάχης» προσωρινά και σε μερικές πολύ άγριες περιπτώσεις μόνιμα, αφού  κινδύνευε η σωματική τους ακεραιότητα.Μερικές φορές κατόρθωναν να πάρουν τα όργανα και τα μικροφωνικά τους ,μερικές φορές όχι εγκαταλείποντάς τα στο έλεος του καβγά αφού τα αντικείμενα γυαλιά και καρέκλες στριφογύριζαν δίπλα τους.
Οι υπόλοιποι θαμώνες της πλατείας  με πρώτες τις γυναίκες, όπου φύγει φύγει ενώ οι άνδρες απομακρύνονταν από τα τραπέζια τους και από μια ασφαλή θέση παρακολουθούσαν τη συμπλοκή άλλοι από περιέργεια για νάχουν να διηγούνται την άλλη ημέρα και άλλοι έτοιμοι να επέμβουν με το μέρος κάποιας παρέας αν συμμετείχαν συγγενείς ή φίλοι.
Οι τραυματισμοί ήταν και επιπόλαιοι αλλά και σοβαροί και προέρχονταν είτε από καρεκλιές είτε από σπασμένα γυαλιά είτε από γρονθοκοπήματα.
Οι καβγάδες αυτοί  συχνά δημιουργούσαν και προσωρινές έχθρες μεταξύ των γειτονικών  χωριών.

Διαφορετικά ήταν τα πράγματα στο χορό με  βιολιά σε γάμο ή βάπτιση που τηρούνταν οι κανόνες σεβασμού στην οικογένεια.
Αργότερα που οι συνθήκες διαφοροποιήθηκαν  και  τα πανηγύρια απόκτησαν πιο ελαφρύ χαρακτήρα  άλλαξαν και οι ακραίες  συμπεριφορές.
Σήμερα τα πανηγύρια του καλοκαιριού και ο χορός  ξέφτισαν έως και εξαφανίστηκαν αφήνοντας αναμνήσεις στους παλιούς και άγνοια στους νέους.