Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017

Βασίλης Πολυκανδριώτης(Εργης)-Ο τσαμπουνάτορας του Αγερσανιού

Ο Βασίλης Πολυκανδριώτης (Εργης) είναι μια ζώσα και ξεχωριστή προσωπικότητα της ζωής του Αγερσανιού.

Ο Βασίλης Πολυκανδριώτης από τη στιγμή που γεννήθηκε γνώριζε ότι ήταν ταγμένος  να συνεχίσει την μουσική παράδοση της οικογένειας των Πολυκανδριωτέων που αριθμεί  περί τα τριακόσια χρόνια και πλέον μουσικής παρουσίας στο χωριό.

Η Οικογένεια επίσης είναι γνωστόν ότι έχει προφέρει σημαντικές προσωπικότητες στην μουσική  ζωή της χώρας.

Ο Βασίλης δεν διδάχθηκε το παίξιμο της τσαμπούνας από τον πατέρα του Γεώργιο Πολυκανδριώτη τον οποίο συνόδευε στο τουμπάκι αλλά έμαθε τους σκοπούς ακούγοντάς τον και τους δρόμους της κρυφά από αυτόν.

Συγκεκριμμένα όταν φύλαγε τα πρόβατα στο χωράφι κατασκεύαζε μπιμπικομάνες και με πολύ επιμονή και προσπάθεια μάθαινε σκοπούς.

Κάποια ημέρα όλως τυχαίως  άκουσε ο πατέρας κάποιον να παίζει τσαμπούνα στο σπίτι και όταν μπήκε στο δωμάτιο που ήταν ο Βασίλης με τον συγχωριανό μας τον Αντώνη Πρεβόλη ρώτησε ποιος από τους δυο  παίζει την  τσαμπούνα.

Ο Βασίλης παρουσιάστηκε στη διασκέδαση του Αγερσανιού με την τσαμπούνα του στο μαγαζί του Δημήτρη Τουμπακάρη (Ρήγα) σε ηλικία 17 ετών με τον αδελφό του Βαγγέλη να τον συνοδεύει στο τουμπάκι.

Από τις πρώτες που χόρεψαν στους σκοπούς του ήταν η πολύ νεαρή, σχεδόν παιδούλα  τότε, Μαρία Μεντζουβή, η λίγο μετέπειτα συζυγός του και συνοδοιπόρος εως και σήμερα στο μουσικό του ταξίδι.
 
Από τότε ο Βασίλης δίνει ασταμάτητα το παρόν σε κάθε μουσική εκδήλωση του Αγερσανιού είτε αυτή αφορά τα έθιμα του χωριού π.χ. τις Απόκριες είτε άλλη  όπως είναι οι διασκεδάσεις των χωριανών στα μαγαζιά του χωριού κάθε Κυριακή του χειμώνα.
"Πάμε στις τσαμπούνες λέγανε που παίζει ο Εργης να διασκεδάσουμε".

Κορδελάτοι στο προαύλιο του Αγίου Σπυρίδωνα.

Να σημειωθεί ότι οι δυνατότητες διασκέδασης στο χωριό εκείνη την εποχή ήταν περιορισμένες και για αυτό γλυκύτερες.

Βιολιά και τσαμπούνες στα πανηγύρια,τσαμπούνες στο χωριό κάθε Κυριακή και αποκλειστικά τσαμπούνες τις Απόκριες και την Καθαρή Δευτέρα.

Ο Βασίλης παίζοντας την τσαμπούνα του οδηγεί τους κορδελάτους τις Απόκριες στο χωριό στις Τρίποδες στο Γλινάδο και στη χώρα ενώ την Καθαρή Δευτέρα  οδηγεί την πομπή των Αγερσανιωτών προς την Αλυκή.
Παρέλαση κορδελάτων στους δρόμους του χωριού




                                           


Η πομπή ξεκινάει με τα πόδια και  με τους ήχους της τσαμπούνας από το χωριό φθάνει στην Αλυκή όπου το γλέντι συνεχίζεται με χορό (συρτά και μπάλα) κατά παρέες μέσα στην Αλυκή, κρασί και νηστήσιμα και αργά το  απόγευμα πάλι με τους ήχους της τσαμπούνας επιστρέφει στο χωριό.

Η τσαμπούνα όμως του Βασίλη συνοδεύει τα παλιά χρόνια και τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.
« Ένα από το ομορφότερα έθιμα πουχαμενε εκείνα τα χρόνια στο χωριό  ήτανε ότι λέαμενε  τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα στο χωριό με τσι τζαμπούνες.» λέει σήμερα ο Βασίλης (Για το έθιμο αυτό θα υπάρξει εν καιρώ ειδική ανάρτηση).

Ο Βασίλης,τα παλαιότερα χρόνια που υπήρχε ο Σύλλογος Αγερσανιωτών Αθήνας , προσκαλείται  από τον Σύλλογο Αγερσανιωτών να παίξει  στον Αποκριάτικο χορό του Συλλόγου στην Αθήνα.

Παρουσιάζεται και παίζει με την τσαμπούνα του σε εκδηλώσεις στη Νάξο και αλλού καθώς και  σε ρεπορτάζ των  τηλεοπτικών δικτύων  της  χώρας οσάκις αυτά ασχολούνται με τα αποκριάτικα έθιμα της Νάξου.  

Μια από τις πιο σημαντικές παρουσίες του είναι και η συμμετοχή που αφορά τον Σύλλογο του Αγερσανιού στο Παγκόσμιο Συνέδριο για τον παραδοσιακό χορό της Διεθνούς Οργάνωσης Λαϊκής Τέχνης της Unesco που έγινε στη Νάξο το 2004.




 Απόσπασμα της συμμετοχής αυτής μου παραχωρήθηκε από τον κ.Σταύρο Σπηλιάκο,καθηγητή της Χορολογίας του Ελληνικού Παραδοσιακού χορού στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συντελεστή του Συνεδρίου.

Μια ακόμη σημαντική και τιμητική συμμετοχή είναι αυτή που Βασίλης  παίζει με την τσαμπούνα του στην εκδήλωση "Μουσικοί δρόμοι της Νάξου" που έγινε στο Γλινάδο Νάξου την 10-8-2010 από την Ο.ΝΑ.Σ και τους Συλλόγους Αγερσανιού,Γλινάδου και Τριπόδων.Την έρευνα επιμέλεια και παρουσίαση  είχε ο Σταύρος Χ.Σπηλιάκος.



Επίσης μαγνητοφωνική καταγραφή των σκοπών της τσαμπούνας από τον Βασίλη  έχει κάνει και ο Ναξώτης (έτσι θεωρούμε τον κ.Σπηλιάκο) καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Σταύρος Σπηλιάκος ένας σπουδαίος άνθρωπος που καταγράφει χρόνια τώρα και διασώζει τις μουσικές παραδόσεις και τους χορούς της Νάξου.

Ο Βασίλης αγαπούσε τόσο πολύ την τσαμπούνα του που πολλές φορές έπαιζε μόνος του στο σπίτι και στην ταράτσα του σπιτιού του «μέχρι να βαρεθώ» όπως λέει.

Οι ήχοι της τσαμπούνας αντηχούσαν σε όλο το χωριό και προκαλούσαν τέτοια ευχαρίστηση που οι οικογένειες άναβαν τα φώτα των σπιτιών και άνοιγαν τις πόρτες για να περάσει ο γλυκός ήχος της τσαμπούνας στα ενδότερα της οικογένειας.


 Έτος 2000.Ο Βασίλης  με τον αδελφό του Βαγγέλη παίζουν μπάλο στο κέντρο Γλαρονήσι στην      Πλάκα.

                      Το βίντεο αυτό μου παραχωρήθηκε επίσης από τον κ.Σ.Σπηλιάκο παρόντα στο γλέντι.



Ο Βασίλης πέρα από την περιοδική του ενασχόληση με την τσαμπούνα είναι κατά κύριο επάγγελμα  αγρότης,ενώ στην περιοχή Μαστοράκης διατηρούσε παλιότερα  τυροκομείο όπου τυροκομούσε το γάλα των αγροτών της περιοχής βγάζοντας πεντανόστιμα τυριά και μυζήθρες.

Ο Βασίλης υπήρξε υπόδειγμα οικογενειάρχη και σήμερα χαίρεται και καμαρώνει  τα παιδιά τα εγγόνια και τα δισέγγονά του.

Το παράπονό του σήμερα είναι  ότι δεν  φαίνεται κανένα μέλος της οικογένειας με το επώνυμο Πολυκανδριώτης  που να  συνεχίσει την παράδοση της τσαμπούνας.

Κάποια παιδιά του χωριού που στο παρελθόν επιχείρησαν να μάθουν δίπλα του εγκατέλειψαν γιατί αισθάνθηκαν ότι για να μάθει κανείς θέλει επιμονή,μεράκι  και πολύ  εξάσκηση.


Σήμερα όποτε το αυθόρμητο κέφι το απαιτεί παίρνει την τσαμπούνα  του και με τον εγγονό του Μανόλη στο τουμπάκι πλημμυρίζει με σκοπούς και συγκίνηση γιατί ο Βασίλης δεν είναι απλά ένας οργανοπαίκτης.Παίζει και για το δικό του κέφι.



Το χωριό τον θέλει υγιή και ακμαίο όπως εξακολουθεί να  είναι και σήμερα σήμερα γιατί συμβολίζει τις χαρούμενες πλευρές της ζωής του.

Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2017

Μαθητικά συσσίτια στο Αγερσανί

Το ημερολόγιο δείχνει 11 Σεπτεμβρίου 2017.

Το κύριο γεγονός αυτή την ημέρα είναι το άνοιγμα των σχολείων βασικής εκπαίδευσης της χώρας.

Η μνήμη  ζωντάνεψε την ημέρα αυτή και έφερε στην επιφάνεια πρόσωπα και γεγονότα των μαθητικών  χρόνων της γενιάς της δεκαετίας του 1960 που  είχαν αποσυρθεί σε κάποια μισοξεχασμένη γωνιά της.

Ένα από τα γεγονότα αυτά ήταν τα μαθητικά συσσίτια.

Πριν όμως φέρουμε τις καταστάσεις στο χωριό μας το Αγερσανί είναι σκόπιμο  να βάλουμε στο κλίμα  τους αναγνώστες των επόμενων γενεών που δεν έζησαν ή δεν έμαθαν για το θεσμό των συσσιτίων.

Σχολείο Αγερσανιού



Περί του θεσμού των συσσιτίων

Τα μαθητικά συσσίτια ήταν από τα παλιότερα έργα κοινωνικής πρόνοιας.

Σκοπός των μαθητικών συσσιτίων ήταν η χορήγηση τροφής στον ελλιπώς διατρεφόμενο μαθητή θρεπτικής αξίας, για τις  ανάγκες  ενδυνάμωσης του οργανισμού του στις απαιτήσεις της εργασίας στο σχολείο.

Ήταν γνωστά τα επακόλουθα του υποσιτισμού στην παιδική ηλικία. Η μείωση της ζωτικότητας και ενεργητικότητας του παιδιού, η επιβράδυνση της ανάπτυξης, η ελάττωση της αντοχής του έναντι των λοιμώξεων, η πνευματική νωθρότητα κ.λπ.

Ο υποσιτισμός ειδικότερα ενοχοποιούταν για την εκδήλωση φυματίωσης. Τα μαθητικά λοιπόν συσσίτια, αποτελούσαν την βάση της σχολικής αντίληψης και πρόνοιας, και αποτέλεσαν το πλέον θετικό και αποτελεσματικό μέτρο για την προστασία της υγείας των ασθενικών και υποσιτισμένων μαθητών, το ισχυρότερο όπλο της προληπτικής περιθάλψεως.

Και αν τα μαθητικά συσσίτια είχαν  μεγάλη σημασία πριν τον πόλεμο, ευνόητη ήταν  η αξία τους  μετά τον πόλεμο για την αποκατάσταση της υγείας των παιδιών της Ελλάδας, τα οποία δοκιμάστηκαν σκληρά από τον πόλεμο και την κατοχή.
Τα μαθητικά συσσίτια στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας λειτούργησαν από 1931 μέχρι και το 1967 και χωρίζονται σε τρείς περιόδους

Α.Περίοδος 1931 – 1935

Από το 1931 (επί υπουργίας Γ. Παπανδρέου) εκδηλώνεται μεγαλύτερο ενδιαφέρον από το Κράτος για τα μαθητικά συσσίτια. Εκτός των 2.000.000 δραχμών που δόθηκαν από το Κράτος,εισπράχτηκαν χρήματα και από τοπικούς πόρους, συνεισφορές, εράνους, ιδιωτικές και κοινοτικές δωρεές, από τα διάφορα σχολικά ταμεία του Κράτους και για υλική ενίσχυση των συσσιτίων άλλα 7,5 εκ. δρχ.
Η αξία της μερίδας διέφερε ανάλογα με την αξία των τροφίμων και του εδεσματολογίου. Ο μέσος όρος κυμαίνονταν στις 3 δρχ. περίπου.

Β.Περίοδος 1936 – 1940

Κατά το σχολικό έτος 1936-37 το Κράτος εμπιστεύθηκε την οργάνωση και λειτουργία των συσσιτίων στο Πατριωτικό Ίδρυμα.

Το 1938 για την συμμετοχή στο μαθητικό συσσίτιο επιλέγονταν  οι μαθητές βάση κοινωνικών και υγιεινολογικών ενδείξεων, το δε ποσοστό της συμμετοχής κυμαίνονταν μεταξύ 10%-20% επί των φοιτώντων.

Τα κοινωνικά κριτήρια  εκτιμούσε η Εφορεία, βοηθούμενη από τις επισκέπτριες αδελφές ή την σχολική νοσοκόμο, όπου τυχόν υπηρετούσαν τέτοιες.Για τη  συμμετοχή στο μαθητικό συσσίτιο προτιμούνταν: α) μαθητές των οποίων οι γονείς ήταν αποδεδειγμένα άποροι, μη έχοντες τη δυνατότητα  στην διατροφή των παιδιών τους, β) μαθητές χωρίς μητρική φροντίδα (μητέρα ασθενούσα, αποθανούσα, εργαζομένη εκτός  σπιτιού κ.λπ.) ή υπό οικογενειακές εν γένει συνθήκες, οι οποίες δεν εξασφαλίζουν ικανοποιητική στο σπίτι διατροφή (πατέρας άνεργος, μέθυσος κ.λπ.), γ) μαθητές που βρίσκονται  από  οποιοδήποτε λόγο σε φανερό υποσιτισμό και δ) μαθητές που διαμένουν μακριά του σχολείου και είναι αδύνατη η επιστροφή στο σπίτι και το φαγητό το μεσημέρι.

Το μαθητικό συσσίτιο παρέχονταν υπό την μορφή:
α) Πρωινού ροφήματος μόνο. Αυτό το έδιναν είτε στο πρώτο διάλλειμα είτε κατά τις 10 π.μ. το αργότερο).
Έδιναν  γάλα ή κακάο  ή τσάι με λίγο ψωμί σε μερικές περιπτώσεις  σούπα από ρύζι ή φιδέ ή ρυζόγαλο, τυρί με ψωμί , μαρμελάδα, φρούτα εποχής κ.λπ.
β) Προγεύματος μόνο ή και με  συνδυασμό πρωινού ροφήματος

Γ.Περίοδος 1941-1967

Το 1946 το συσσίτιο περιλάμβανε μόνο πρωινό ρόφημα.

Το 1947-48 προστέθηκε και ξηρή τροφή (τυρί) και από το 1949-1952 εμπλουτίστηκε με σταφιδόψωμο.

Το 1946 αρχίζει μια νέα περίοδος στη λειτουργία των μαθητικών συσσιτίων.
Κατά το σχολικό έτος 1946-47 χορηγήθηκαν τρόφιμα που αναλογούσαν ανά  είδος και ποσότητα σε κάθε μαθητή 26 συσσίτια τον μήνα.
Κάθε μαθητής ελάμβανε:
α) Κάθε ημέρα  ένα κύπελλο γάλα (είτε εβαπορέ ή σε σκόνη) με ζάχαρη,γλυκόζη και κακάο.
β) 10 συσσίτια το μήνα  από κρέας με χόρτα ή χοιρινό με αυγά ή κρέας κονσέρβα (αναλόγως   το τι υπήρχε στα κέντρα διανομής.
                γ) 10 συσσίτια από όσπρια,  με ορισμένη ποσότητα σούπας,λίπους και ντομάτας.
          δ) 6 συσσίτια από τυρί.
          ε)Επί 11 ημέρες κατά μήνα φυστικοβούτυρο , το οποίο χορηγούνταν με την μαρμελάδα.
                  Το σχολικό έτος 1947-48 λειτούργησε  το παρακάτω πρόγραμμα για κάθε μαθητή.
1)     Σε ένα κύπελλο ημερησίως γάλακτος με ζάχαρη,κακάο ή σοκολάτας (γάλα σε σκόνη 10 δράμια, ζάχαρη 4 δράμια και κακάο ή σοκολάτα 1 δράμι).
2)     Σε ένα τεμάχιο σταφιδόψωμο ημερησίως,γάλα σε σκόνη 5 δράμια, λάδι  ή λίπος 2 δράμια και αλάτι 1 δράμι. Το  διαιτολόγιο αυτό απέδιδε 540 θερμίδες ημερησίως και λεύκωμα 23 γραμμάρια, από τα οποία τα 17 ζωικό.

       Το 1964.
Η δαπάνη των μαθητικών συσσιτίων για όλη την Ελλάδα χρηματοδοτήθηκε με 104.000.000 δραχμές από τον κρατικό προϋπολογισμό και με 8.000.000 δραχμές από την κυβέρνηση των ΗΠΑ μέσω του πλεονάσματος γεωργικών προϊόντων.

      Το 1966
Από το 1966 γενικεύτηκε η λειτουργία μαθητικών συσσιτίων σ’ όλα σχεδόν τα δημοτικά σχολεία. Τα συσσίτια προορίζονταν κυρίως για τους άπορους και αδύνατους μαθητές.
Τα μαθητικά συσσίτια θα λειτουργούσαν σε  μορφή παρασκευαζομένου συσσιτίου, βάσει βελτιωμένου διαιτολογίου, μόνο στα σχολεία στα οποία υπάρχουν οι προϋποθέσεις καλής παρασκευής ενώ τα λοιπά σχολεία θα διανέμονταν 5δραχμη ημερήσια  οικονομική ενίσχυση ανά  μαθητή στους άπορους μαθητές μέσω των κηδεμόνων τους  και  απαρασκεύαστα τρόφιμα των που έστελναν οι αμερικανικές οργανώσεις βοήθειας.
Στα σχολεία της Αθήνας  δεν θα λειτουργούσαν συσσίτια , καθώς επίσης δεν θα καταβάλλονταν η 5δραχμη  ενίσχυση στους μαθητές, ούτε διανομή απαρασκεύαστων τροφίμων. Στα σχολεία των πόλεων άνω των 20.000 κατοίκων δεν θα καταβάλλονταν η 5δραχμη  ενίσχυση στους μαθητές, θα διανέμονταν όμως απαρασκεύαστα τρόφιμα της αμερικανικής βοήθειας.

Ο Γ. Παπανδρέου απέδιδε μεγάλη σημασία στο θεσμό των μαθητικών συσσιτίων, αφού  ως Υπουργός Παιδείας κατά το 1930 έδωσε τη πρώτη Κρατική ενίσχυση 2 εκατ.




Φωτογραφία Δευτέρα, 9η  Νοεμβρίου 1964 στο Κρυονέρι ο Γ.Παπανδρέου εγκαινιάζει το θεσμό.Στη φωτογραφία διακρίνονται ο Πρωθυπουργός και Υπουργός Παιδείας Γεώργιος Παπανδρέου (δεξιά) με τον Πρεσβευτή των ΗΠΑ Χένρι Λαμπουίς (στο κέντρο) και  τον Υφυπουργό Παιδείας Λουκή Ακρίτα (αριστερά). Παρέστησαν, επίσης, οι βουλευτές του Νομού Κορινθίας Αλέκος Σπανορρήγας και Θεοχάρης Ρέντης και πλήθος κόσμου. 


Οι διαφορές στην οργάνωση και λειτουργία του θεσμού στην πολιτική των Κυβερνήσεων του ΄39 και του ΄64 εστιάζονται στα εξής:
Πρώτη διαφορά στην πολιτική των Κυβερνήσεων του ΄64 είναι η συμμετοχή του ήμισυ σχεδόν των μαθητών,
Δεύτερη ότι η συμμετοχή θα είναι δωρεάν, όπως και δωρεάν παρέχεται ήδη και η εκπαίδευση,
Και τρίτη ότι με την συμμετοχή δεν θα υπάρχουν πλέον διακρίσεις και κριτήρια υγιεινολογικά και κοινωνικά. Όλοι οι μαθητές θα μπορούν να συμμετέχουν.

Συσσίτια στο Αγερσανί

Όπως λοιπόν όλα τα ελληνόπουλα έτσι και το αγερσανιωτάκια της  δεκαετίας  του 1960 συμμετέχουν στον πανελλαδικό θεσμό των συσσιτίων με τη δυνατότητα της παροχής παρασκευασμένου φαγητού.

Το συσσίτιο δινόταν στο χώρο του δημοτικού μας σχολείου.
H χωροταξική κατανομή των χώρων παρασκευής και διανομής του συσσιτίου στο σχολικό συγκρότημα είχε ως εξής:

α)το μαγειρείο είχε εγκατασταθεί σε δωμάτιο-αποθήκη που ήταν στην αριστερή πλευρά του σχολείου κάτω από  τον αμαξωτό δρόμο προς Τρίποδες και δίπλα στις τότε μαθητικές τουαλέτες.




Θέση Μαγειρείου 




Μέσα στο μαγειρείο υπήρχαν όλα τα απαραίτητα σκεύη για την παρασκευή του φαγητού.
Το μαγείρεμα γίνονταν στα ξύλα που βρίσκονταν αποθηκευμένα εντός και εκτός του μαγειρείου. 

β)η τραπεζαρία βρίσκονταν σε βοηθητική αίθουσα που ήταν κάτω από την Ε΄και ΣΤ΄Τάξη.

Τραπεζαρία

Το ψωμί ερχόταν καθημερινά με το μεσημεριανό λεοφωρείο.Το μεσημεριανό δρομολόγιο το εκτελούσε συνήθως ο Ψαράς (επώνυμο του οδηγού)με εισπράκτορα τον Στέφανο.

 Στον εξοπλισμό της  σάκας μας (σχολική τσάντα συνήθως πάνινη) , εκτός της πλάκας των βιβλίων,τετραδίων και μολυβιών μεταφέραμε ένα αλουμινένιο ή εμαγιέ κυπελάκι και ένα αλουμινένιο ή επίσης εμαγιέ πιάτο,πηρούνι, κουτάλι.

Το πρωί μετά την προσευχή πίναμε είτε ένα κύπελο γάλα είτε ένα κύπελο κακάο ενώ το φαγητό το τρώγαμε μετά τη λήξη τους ωραρίου.Τα παιδιά που έμεναν στη Στελίδα π.χ και έπρεπε να φύγουν για τα σπίτια τους για να μην καθυστερούν κουβαλούσαν μαζί τους  σιχλί όπου έβαζαν το φαγητό για να το φάνε στο σπίτι τους.



Σιχλί


Αλουμινένιο Κύπελο




Ψυχή των συσσιτίων ήταν η μαγείρισσα μας η Μαρία Δημητροκάλλη-Καραμανή(Η Μαρία της Μπιρμπας που λέγαμε).





Θυμάμαι την ταλαιπωρία της σε εκείνο το μικρό μαγειρείο να ανάψει τη φωτιά με φρύγανα,την κάπνα και την προσπάθειά της να κάνει πράγματι ένα νόστιμο γεύμα και το πετύχενε.

Γάλα(σκόνη) ή κακάο ήταν το πρωινό μας που συνοδεύονταν είτε με βούτηρο ή με τυρί  κίτρινο παροχή της αμερικανικής βοήθειας στην μεταπολεμική και μετεμφυλιακή Ελλάδα.

Οσπρια Φασόλια και Φακές,Μακαρόνια,και ψάρι(κατεψυγμένο)σούπα,και πληγούρι ήταν το εβδομαδιαίο σιτηρέσιο.

Μπαίναμε στη σειρά και ένα ένα τα πιατάκια μας γέμιζαν με νόστιμο φαγητό και ψωμί που το τρώγαμε στην τραπεζαρία το χειμώνα ενώ όταν ζέστενε η εποχή  παίρναμε τα πιάτα μας και καθόμασταν παρέες παρέες είτε στα πεζούλια του σχολείου είτε στην ταράτσα των τουαλετών και της στάσης του λεωφορείου.




Διανομή Συσσιτίου
Η φωτογραφία δεν έχει σχέση με το Αγερσανί





Τραπεζαρία
Η Φωτογραφίσ δεν έχει σχέση με το Αγερσανί


Παραλειπόμενα.

-Σε εμένα το αγαπημένο μου φαγητό ήταν το πληγούρι.Κάποιο μεσημέρι εκεί που τρώγαμε με την παρέα μου στην ταράτσα της στάσης του λεωφορείου  ήρθε η αδελφή μου η Πόπη και μου έρριξε ζάχαρη στο φαγητό γιατί λέει κάποιοι το δοκίμασαν και ήταν νόστιμο.
Το φαγητό δεν τρώγονταν και αναγκάστηκα να το πετάξω προς μεγάλο μου θυμό γιατί ήταν υο αγαπημένο μου.

-Κάποια ημέρα ο διευθυντής του σχολείου (Μ.Σοφικίτης) ενημερώθηκε ότι για κάποιο λόγο δεν θα έρθει το λεωφορείο για να φέρει το ψωμί.
Ετσι διέταξε εμένα και τον Βαγγέλη τον Τολάκη να πάμε στο Σαγκρί να φέρουμε ψωμί από τον φούρνο του Δράγαζη.
Πράγματι με τα πόδια μέσω Τριπόδων φθάσαμε στο Σαγκρί και φορτωθήκαμε δυο χάρτινες σακούλες με φραντζόλες.
Πήραμε το δρόμο στης επιστροφής αλλά στο ύψος του νεκροταφείου των Τριπόδων μας κυνήγησε ένας μιασμένος ταύρος  (μιασμένα λέγαμε τα ζώα που τα τσιμπούσαν εκατατοντάδες μύγες και τρελαίνονταν στην προσπάθειά τους να απαλλαγούν).
Από την τρεχάλα να του ξεφύγουμε μας έφυγαν τα περισσότερα ψωμιά από τα σακιά.
Ετσι στο σχολείο επιστρέψαμε με μερικά και βρήκαμε και τον μπελά μας από τον Σοφικίτη,ο οποίος δεν δίσταζε τις περισσότερες φορές να χρησιμοποιεί την τιμωρία με αρκετους τρόπους.

-Μεταξύ των συμμαθητών μας ήταν και ένα παιδί που είχε έρθει από τη Μυτιλήνη επειδή η μητερα του ήταν άρρωστη και τον φρόντιζε στο χωριό η αδελφή του Θεανούλα σύζυγος του τυροκόμου του τυροκομείου Παναγιώτη Μάτα επίσης από την Μυτιλήνη.
Κάποιο μεσημέρι εκεί που τρώγαμε ήρθε ο Στέλιος ο Καρεγλάς και του λέει(δεν ξέρω από που το έμαθε)ότι η μητέρα του πέθανε.
Αφήσαμε τα φαγητά και μπροστά ο Νίκος κλαμένος και πίσω εγώ φθάσαμε τρέχοντας στο σπίτι που νοίκαζε στο χωριό η οικογένεια,νομίζω ότι ήταν της Θωμανιός Χίου συζ, του Γιάννη του Κάβουρα(Λογαρά),όπου επιβεβαιώθηκε η πληροφορία.



Δεν μπορώ να μαντέψω τα συναισθήματα αυτών που θα διαβάσουν αυτό το κείμενο και την όποια σύνδεση με την σημερινή κατάσταση, αλλά αυτό το συσσίτιο εκείνη την εποχή ήταν ότι καλλίτερο μπορούσε να μας δώσει το ελληνικό κράτος και  για μερικούς ίσως χρησιμότερο  και από τα γράμματα του σχολείου.