Ο Βασίλης Πολυκανδριώτης (Εργης)
είναι μια ζώσα και ξεχωριστή προσωπικότητα της ζωής του Αγερσανιού.
Ο Βασίλης Πολυκανδριώτης από τη
στιγμή που γεννήθηκε γνώριζε ότι ήταν ταγμένος να συνεχίσει την μουσική παράδοση της
οικογένειας των Πολυκανδριωτέων που αριθμεί περί τα τριακόσια χρόνια και πλέον μουσικής παρουσίας στο χωριό.
Η Οικογένεια επίσης είναι γνωστόν ότι έχει προφέρει
σημαντικές προσωπικότητες στην μουσική ζωή της χώρας.
Ο Βασίλης δεν διδάχθηκε το
παίξιμο της τσαμπούνας από τον πατέρα του Γεώργιο Πολυκανδριώτη τον οποίο
συνόδευε στο τουμπάκι αλλά έμαθε τους σκοπούς ακούγοντάς τον και τους δρόμους της
κρυφά από αυτόν.
Συγκεκριμμένα όταν φύλαγε τα
πρόβατα στο χωράφι κατασκεύαζε μπιμπικομάνες και με πολύ επιμονή και προσπάθεια μάθαινε σκοπούς.
Κάποια ημέρα όλως τυχαίως άκουσε ο πατέρας κάποιον να παίζει τσαμπούνα
στο σπίτι και όταν μπήκε στο δωμάτιο που ήταν ο Βασίλης με τον συγχωριανό μας τον
Αντώνη Πρεβόλη ρώτησε ποιος από τους δυο παίζει την τσαμπούνα.
Ο Βασίλης παρουσιάστηκε στη
διασκέδαση του Αγερσανιού με την τσαμπούνα του στο μαγαζί του Δημήτρη
Τουμπακάρη (Ρήγα) σε ηλικία 17 ετών με τον αδελφό του Βαγγέλη να τον συνοδεύει
στο τουμπάκι.
Από τις πρώτες που χόρεψαν στους σκοπούς
του ήταν η πολύ νεαρή, σχεδόν παιδούλα τότε, Μαρία Μεντζουβή, η λίγο μετέπειτα συζυγός
του και συνοδοιπόρος εως και σήμερα στο μουσικό του ταξίδι.
Από τότε ο Βασίλης δίνει ασταμάτητα
το παρόν σε κάθε μουσική εκδήλωση του Αγερσανιού είτε αυτή αφορά τα έθιμα του
χωριού π.χ. τις Απόκριες είτε άλλη όπως είναι
οι διασκεδάσεις των χωριανών στα μαγαζιά του χωριού κάθε Κυριακή του χειμώνα.
"Πάμε
στις τσαμπούνες λέγανε που παίζει ο Εργης να διασκεδάσουμε".
Κορδελάτοι στο προαύλιο του Αγίου Σπυρίδωνα. |
Να σημειωθεί ότι οι δυνατότητες διασκέδασης στο χωριό εκείνη την εποχή ήταν περιορισμένες και για αυτό γλυκύτερες.
Βιολιά και τσαμπούνες στα
πανηγύρια,τσαμπούνες στο χωριό κάθε Κυριακή και αποκλειστικά τσαμπούνες τις Απόκριες
και την Καθαρή Δευτέρα.
Ο Βασίλης παίζοντας την τσαμπούνα
του οδηγεί τους κορδελάτους τις Απόκριες στο χωριό στις Τρίποδες στο Γλινάδο και
στη χώρα ενώ την Καθαρή Δευτέρα οδηγεί
την πομπή των Αγερσανιωτών προς την Αλυκή.
Παρέλαση κορδελάτων στους δρόμους του χωριού |
Η πομπή ξεκινάει με τα πόδια και με τους ήχους της τσαμπούνας από το
χωριό φθάνει στην Αλυκή όπου το γλέντι συνεχίζεται με χορό (συρτά και μπάλα) κατά
παρέες μέσα στην Αλυκή, κρασί και νηστήσιμα και αργά το απόγευμα πάλι με τους ήχους της τσαμπούνας
επιστρέφει στο χωριό.
Η τσαμπούνα όμως του Βασίλη
συνοδεύει τα παλιά χρόνια και τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.
« Ένα από το ομορφότερα έθιμα πουχαμενε εκείνα τα χρόνια στο
χωριό ήτανε ότι λέαμενε τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα στο χωριό με τσι
τζαμπούνες.» λέει σήμερα ο Βασίλης (Για το έθιμο αυτό θα υπάρξει εν καιρώ
ειδική ανάρτηση).
Ο Βασίλης,τα παλαιότερα χρόνια
που υπήρχε ο Σύλλογος Αγερσανιωτών Αθήνας , προσκαλείται από τον Σύλλογο Αγερσανιωτών να παίξει στον Αποκριάτικο χορό του Συλλόγου στην Αθήνα.
Παρουσιάζεται και παίζει με την
τσαμπούνα του σε εκδηλώσεις στη Νάξο και αλλού καθώς και σε ρεπορτάζ των τηλεοπτικών
δικτύων της χώρας οσάκις αυτά ασχολούνται με τα
αποκριάτικα έθιμα της Νάξου.
Μια από τις πιο σημαντικές παρουσίες του είναι και η συμμετοχή που αφορά τον Σύλλογο του Αγερσανιού στο Παγκόσμιο Συνέδριο για τον παραδοσιακό χορό της Διεθνούς Οργάνωσης Λαϊκής Τέχνης της Unesco που έγινε στη Νάξο το 2004.
Απόσπασμα της συμμετοχής αυτής μου παραχωρήθηκε από τον κ.Σταύρο Σπηλιάκο,καθηγητή της Χορολογίας του Ελληνικού Παραδοσιακού χορού στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συντελεστή του Συνεδρίου.
Μια ακόμη σημαντική και τιμητική συμμετοχή είναι αυτή που Βασίλης παίζει με την τσαμπούνα του στην εκδήλωση "Μουσικοί δρόμοι της Νάξου" που έγινε στο Γλινάδο Νάξου την 10-8-2010 από την Ο.ΝΑ.Σ και τους Συλλόγους Αγερσανιού,Γλινάδου και Τριπόδων.Την έρευνα επιμέλεια και παρουσίαση είχε ο Σταύρος Χ.Σπηλιάκος.
Μια από τις πιο σημαντικές παρουσίες του είναι και η συμμετοχή που αφορά τον Σύλλογο του Αγερσανιού στο Παγκόσμιο Συνέδριο για τον παραδοσιακό χορό της Διεθνούς Οργάνωσης Λαϊκής Τέχνης της Unesco που έγινε στη Νάξο το 2004.
Μια ακόμη σημαντική και τιμητική συμμετοχή είναι αυτή που Βασίλης παίζει με την τσαμπούνα του στην εκδήλωση "Μουσικοί δρόμοι της Νάξου" που έγινε στο Γλινάδο Νάξου την 10-8-2010 από την Ο.ΝΑ.Σ και τους Συλλόγους Αγερσανιού,Γλινάδου και Τριπόδων.Την έρευνα επιμέλεια και παρουσίαση είχε ο Σταύρος Χ.Σπηλιάκος.
Επίσης μαγνητοφωνική καταγραφή των σκοπών της τσαμπούνας
από τον Βασίλη έχει κάνει και ο Ναξώτης (έτσι
θεωρούμε τον κ.Σπηλιάκο) καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Σταύρος Σπηλιάκος ένας
σπουδαίος άνθρωπος που καταγράφει χρόνια τώρα και διασώζει τις μουσικές
παραδόσεις και τους χορούς της Νάξου.
Ο Βασίλης αγαπούσε τόσο πολύ την
τσαμπούνα του που πολλές φορές έπαιζε μόνος του στο σπίτι και στην ταράτσα του
σπιτιού του «μέχρι να βαρεθώ» όπως λέει.
Οι ήχοι της τσαμπούνας αντηχούσαν
σε όλο το χωριό και προκαλούσαν τέτοια ευχαρίστηση που οι οικογένειες άναβαν τα
φώτα των σπιτιών και άνοιγαν τις πόρτες για να περάσει ο γλυκός ήχος της τσαμπούνας
στα ενδότερα της οικογένειας.
Έτος 2000.Ο Βασίλης με τον αδελφό του Βαγγέλη παίζουν μπάλο στο κέντρο Γλαρονήσι στην Πλάκα.
Το βίντεο αυτό μου παραχωρήθηκε επίσης από τον κ.Σ.Σπηλιάκο παρόντα στο γλέντι.
Το βίντεο αυτό μου παραχωρήθηκε επίσης από τον κ.Σ.Σπηλιάκο παρόντα στο γλέντι.
Ο Βασίλης πέρα από την περιοδική
του ενασχόληση με την τσαμπούνα είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότης,ενώ στην περιοχή Μαστοράκης
διατηρούσε παλιότερα τυροκομείο όπου
τυροκομούσε το γάλα των αγροτών της περιοχής βγάζοντας πεντανόστιμα τυριά και
μυζήθρες.
Ο Βασίλης υπήρξε υπόδειγμα
οικογενειάρχη και σήμερα χαίρεται και καμαρώνει τα παιδιά τα εγγόνια και τα δισέγγονά του.
Το παράπονό του σήμερα είναι ότι δεν φαίνεται κανένα μέλος της οικογένειας
με το επώνυμο Πολυκανδριώτης που να συνεχίσει την παράδοση της τσαμπούνας.
Κάποια παιδιά του χωριού που στο
παρελθόν επιχείρησαν να μάθουν δίπλα του εγκατέλειψαν γιατί αισθάνθηκαν ότι για
να μάθει κανείς θέλει επιμονή,μεράκι και
πολύ εξάσκηση.
Σήμερα όποτε το αυθόρμητο κέφι το
απαιτεί παίρνει την τσαμπούνα του και με τον εγγονό του Μανόλη στο τουμπάκι πλημμυρίζει με σκοπούς και συγκίνηση γιατί ο Βασίλης δεν είναι απλά ένας οργανοπαίκτης.Παίζει
και για το δικό του κέφι.
Το χωριό τον θέλει υγιή και ακμαίο όπως εξακολουθεί να είναι και σήμερα σήμερα γιατί συμβολίζει τις χαρούμενες πλευρές της ζωής του.